article background image

Το σχέδιο του Ντόναλντ Τραμπ να  θέσει τη Γάζα υπό αμερικανική κατοχή και να απομακρύνει από τον πολιορκημένο παλαιστινιακό θήλακα δύο εκατομμύρια κατοίκους του, έχει προκαλέσει ενθουσιασμό στην ισραηλοινή δεξιά, τρόμο στους παλαιστίνιους, σοκ στους άραβες συμμάχους των ΗΠΑ και σύγχυση στους αναλυτές που το θεωρούν μη εφαρμόσιμο. Κάποιοι ειδικοί βρίσκουν την ιδέα απολύτως απίθανη – είναι πραγματικά διατεθειμένος να ρισκάρει τις ζωές αμερικανών στρατιωτών σε μία ακόμα αδιέξοδη μάχη στη Μέση Ανατολή; Έτσι, για κάποιους αναλυτές, η εξαγγελία Τραμπ δεν είναι τίποτα άλλο παρά εναρκτήριο λάκτισμα ενός νέου γύρου διαπραγματεύσεων για το μέλλον της Γάζας.

Για τη δεξιά του Ισραήλ το σχέδιο Τραμπ αποδομεί δεκαετίες ανεπιθύμητης έντασης, στο πλαίσιο της σύγκρουσης με τους παλαιστίνιους, ενώ εγείρει την πιθανότητα αναίρεσης της στρατιωτικής απειλής στη Γάζα, χωρίς την ανάγκη δημιουργίας παλαιστινιακού κράτους, Οι ισραηλινοί πολιτικοί χαιρέτισαν το σχέδιο Τραμπ ως έναν τρόπο με τον οποίο θα μπορούσαν να κατοικήσουν τη Γάζα κατ’ αποκλειστικότητα Πρόκειται για μία μακρόχρονη επιθυμία του Ισραήλ.

Για τους παλαιστίνιους, η πρόταση συνιστά εθνοκάθαρση, αλλά και τρομακτική και πρωτοφανή κλιμάκωση των διώξεων από τη γη τους, που βιώνουν από το 1948, όταν περίπου 800.000 Άραβες εκδιώχθηκαν ή έφυγαν κατά τη διάρκεια των πολέμων που είχαν ως αποτέλεσμα τη δημιουργία του εβραϊκού κράτους. Ο παλαιστίνιος πολιτικός αναλυτής από τη Γάζα, καθηγητής Mkhaimar Abusada, σημείωσε στους New York Times ότι, το σχέδιο Τραμπ είναι «απαράδεκτο». «Οι παλαιστίνιοι θα προτιμούσαν να ζουν σε σκηνές δίπλα στα κατεστραμμένα σπίτια τους παρά να απομακρυνθούν από τη γη τους», τόνισε.

Έγκλημα κατά της ανθρωπότητας

Από την πλευρά του, ο ισραηλινός ακροδεξιός βουλευτής Itamar Ben-Gvir, χαρακτήρισε το σχέδιο «πολύ σημαντικό», σε ανάρτησή του στα social media. «Η μόνη λύση για τη Γάζα είναι να ενθαρρύνουμε τη μετανάστευση των ντόπιων», έγραψε. Ο πολιτικός σχολιαστής και πρώην ισραηλινός πρέσβης, Alon Pinkas, από την άλλη, έκανε λόγο για ένα «κωμικό» σενάριο. «Θα έκανε την προσάρτηση του Καναδά και την αγορά της Γροιλανδίας να φαίνονται πολύ πιο εύκολες, πρακτικά», είπε. Εντωμεταξύ, την ίδια στιγμή που ο αμερικανός πρόεδρος παρουσιάζει την ιδέα του ως πράξη καλής θέλησης απέναντι στον παλαιστινιακό λαό, νομικοί εμπειρογνώμονες δηλώνουν ότι, η βίαιη εκδίωξη των κατοίκων της Γάζας θα συνιστούσε έγκλημα κατά της ανθρωπότητας.

Η ιστορική εμπειρία, πάντως, δείχνει ότι οι προηγούμενες μεταφορές πληθυσμού σε αυτή την κλίμακα συχνά επιδείνωσαν περαιτέρω τις κοινωνικές και πολιτικές εντάσεις αντί να τις εκτονώσουν, ενώ έχουν προκαλέσει πόνο και ακραία απόγνωση στους ανθρώπους που αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους. Η εκδίωξη περίπου 20 εκατομμυρίων ανθρώπων κατά τη διάρκεια του διαχωρισμού της Ινδίας το 1947, για παράδειγμα, είχε πολιτικές συνέπειες που διήρκεσαν για δεκαετίες και συνέβαλαν σε αρκετές συγκρούσεις. Για μερικούς, ωστόσο, όσο φαντάζει εξωφρενικό το σχέδιο Τραμπ, άλλο τόσο υποδεικνύει ότι δεν ανακοινώθηκε ως μία εφαρμόσιμη λύση. Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που ο αμερικανός πρόεδρος συνηθίζει να εξαπολύει απειλές τις οποίες, τελικά, δεν εφαρμόζει, κάποιοι ερμηνεύουν το σχέδιο για τη Γάζα ως μία διαπραγματευτική τακτική με στόχο να επιβάλει συμβιβασμούς, τόσο στη Χαμάς, όσο και στους Άραβες ηγέτες.

Στη Γάζα, η Χαμάς δεν έχει συμφωνήσει να παραδώσει την εξουσία- γεγονός που καθιστά ακόμα λιγότερο πιθανό το ενδεχόμενο επέκτασης της κατάπαυσης του πυρός από την πλευρά της ισραηλινής κυβέρνησης. Στην  ευρύτερη περιοχή, η Σαουδική Αραβία αρνείται να εξομαλύνει τις σχέσεις της με το Ισραήλ ή να συμβάλλει στη διακυβέρνηση της Γάζας μεταπολεμικά, εκτός αν το Ισραήλ συμφωνήσει στη δημιουργία του παλαιστινιακού κράτους. Οι σχεδιασμοί Τραμπ, ενδεχομένως, να μην είναι τίποτα παραπάνω από μία προσπάθεια να πείσει, τόσο τη Χαμάς, όσο και τη Σαουδική Αραβία να αλλάξουν τις θέσεις τους, σύμφωνα με ισραηλινούς και παλαιστίνιους αναλυτές.

Αντιμέτωπη με την επιλογή μεταξύ της διατήρησης του ελέγχου της στη Γάζα και της διατήρησης της παλαιστινιακής παρουσίας εκεί, η Χαμάς ίσως συμβιβαστεί με το δεύτερο σενάριο, σύμφωνα με τον Michael Milshtein, ισραηλινό αναλυτή. Την  ίδια στιγμή, η Σαουδική Αραβία πιέζεται να εγκαταλείψει την επιμονή της για τη δημιουργία παλαιστινιακού κράτους, και να συμφωνήσει, αντ’ αυτής, σε μια συμφωνία που διατηρεί το δικαίωμα των παλαιστινίων να παραμείνουν στη Γάζα, χωρίς να διατηρούν την κυριαρχία στην περιοχή, σύμφωνα με τον παλαιστίνιο πολιτικό επιστήμονα, καθηγητή Abusada.

Το παράδειγμα των ΗΑΕ

Την Τετάρτη, πάντως, η Σαουδική Αραβία έσπευσε να απορρίψει το σχέδιο Τραμπ, με μία ανακοίνωση στην οποία υπογράμμιζε την υποστήριξή της στους παλαιστίνιους, και στη δημιουργία του κράτους της Παλαιστίνης Κάποιοι, όμως, εξακολουθούν να πιστεύουν ότι η θέση της Σαουδικής Αραβίας θα μπορούσε να αλλάξει Κατά τη διάρκεια της προηγούμενης θητείας Τραμπ, το 2020, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα έκαναν μια παρόμοια συμβιβαστική συμφωνία, εξομάλυνσης της σχέσης τους με το Ισραήλ. Ως αντάλλαγμα, πήραν την αναβολή της προσάρτησης της Δυτικής Όχθης. Για τον καθηγητή Abusada, «ο Τραμπ ασκεί μέγιστη πίεση κατά της Χαμάς, προκειμένου να τρομάξει τα μέλη της οργάνωσης και να τα υποχρεώσει να κάνουν πραγματικές παραχωρήσεις. Νομίζω, επίσης, ότι ασκεί μέγιστη πίεση στην ευρύτερη περιοχή ώστε να συμβιβαστούν οι άραβες με λιγότερα ανταλλάγματα στο πλαίσιο της εξομάλυνσης της σχέσης τους με το Ισραήλ». Όπως ακριβώς συνέβη και με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα.

Αντίστοιχα, ο αμερικανός πρόεδρος έδωσε και στην ισραηλινή δεξιά έναν λόγο να υποστηρίξει την παράταση της εκεχειρίας, σύμφωνα με τους ισραηλινούς αναλυτές. Για περισσότερο από ένα χρόνο, οι δεξιοί σύμμαχοι του πρωθυπουργού Μπενιαμίν Νετανιάχου απειλούσαν με την αποχώρησή τους από τον κυβερνητικό συνασπισμο, εάν με το τέλος του πολέμου, η Χαμάς παρέμενε στην εξουσία. Ο Τραμπ δίνει στους σκληροπυρηνικούς δεξιούς μία διέξοδο- μία υπόσχεση από τον κραταιό σύμμαχο του Ισραήλ για μελλοντική εκκένωση της Γάζας από τους παλαιστίνιους. Η ιδέα έχει παρουσιαστεί ως λύση για τους ισραηλινούς από την αρχή του πολέμου. Ο πρώην σύμβουλος του Νετανιάχου, Nadav Shtrauchler, δήλωσε ότι, για την ισραηλινή δεξιά, θα πρέπει, να «υπάρξουν κάποια στοιχεία που να δείχνουν ότι αυτό συμβαίνει πραγματικά». Προς το παρόν, είπε ο ίδιος, η ισραηλινή κυβέρνηση, «θα είναι υπομονετική».

Εντός του κράτους του Ισραήλ, όμως, οι εξαγγελίες Τραμπ δε γνώρισαν την ίδια αποδοχή. Οι συγγενείς των ομήρων που κρατούνται στη Γάζα απέφυγαν να πάρουν θέση για το σχέδιο, ωστόσο απηύθυναν έκκληση προς τον αμερικανό πρόεδρο, να επικεντρωθεί πρώτα στο να πείσει τις δύο πλευρές, να παρατείνουν την εκεχειρία. Άλλοι, υπήρξαν περισσότερο σαφείς σχετικά με τις πιθανές εντάσεις που θα μπορούσε να προκαλέσει η εφαρμογή του σχεδίου.

«Διπλωματική τρομοκρατική επίθεση»

Ο πρώην στρατηγός του ισραηλινού στρατού, Israel Ziv, περιέγραψε το σχέδιο Τραμπ ως μία «διπλωματική τρομοκρατική επίθεση που θα μας πάει πολλά βήματα πίσω». Ο ίδιος κατά τη διάρκεια ραδιοφωνικής του συνέντευξης τόνισε ότι, στην περίπτωση που το σχέδιο τεθεί σε ισχύ, θα εξοργίσει τους γείτονες του Ισραήλ, οι οποίοι δε θέλουν να αναλάβουν την ευθύνη ενός τόσο μεγάλου και δυνητικά ανασταλτικού μεταναστευτικού ρεύματος. Οι προηγούμενες γενιές εξόριστων παλαιστινίων μαχητών, χρησιμοποίησαν τα εδάφη χωρών όπως η Ιορδανία και ο Λίβανος ως ορμητήριο για επιθέσεις κατά του Ισραήλ, επιδεινώνοντας τις εσωτερικές εντάσεις στις χώρες αυτές και οδηγώντας σε επιζήμιες ισραηλινές αντεπιθέσεις. Ο Ziv είπε πως, «όλοι θα ήμασταν ευτυχείς αν ξυπνούσαμε ένα πρωί και διαπιστώναμε ότι ένας κακός γείτονας είχε απομακρυνθεί. Μιλάμε, όμως, για 2,5 εκατομμύρια γείτονες. Δεν υπάρχει καμία απολύτως πιθανότητα να έχουν οποιαδήποτε επιθυμία να συνεργαστούν».

«Επιλογή μεταξύ δημογραφίας και Δημοκρατίας»

Ανεξαρτήτως, πάντως, από το εάν το σχέδιο Τραμπ υλοποιηθεί ή όχι, μέσα στο Ισραήλ διατηρούνται οι επιφυλάξεις μεγάλης μερίδας του κόσμου για τη γενική κατεύθυνση στην οποία οι ΗΠΑ, σε συνεργασία με την κυβέρνηση Νετανιάχου, σπρώχνουν τη χώρα. Οι δύο ηγέτες εποπτεύουν διοικήσεις που είναι ασυνήθιστα ευνοϊκές για την προσάρτηση της Δυτικής Όχθης – κίνηση που ορισμένοι φοβούνται ότι θα υπονομεύσει τη δημοκρατία του Ισραήλ, εάν δεν δωθεί ιθαγένεια και δικαίωμα ψήφου στους παλαιστίνιους των πρόσφατα προσαρτημένων περιοχών. Ο πρώην πρέσβης του Ισραήλ στις ΗΠΑ, Itamar Rabinovich, δήλωσε χαρακτηριστικά ότι, «θα πρέπει να γίνει μία επιλογή μεταξύ δημογραφίας και Δημοκρατίας. Αν δε δώσουν υπηκοότητα στους παλαιστίνιους, χάνουν τη Δημοκρατία. Αν δώσουν ιθαγένεια, χάνουν τον εβραϊκό χαρακτήρα του κράτους», κατέληξε.