article background image

Υπάρχουν άνθρωποι που δεν κάνουν φασαρία, κι όμως γεμίζουν τον χώρο. Που μιλούν χαμηλόφωνα, αλλά η σιωπή τους λέει πολλά. Που δεν επιβάλλονται, αλλά σου μένουν χαραγμένοι στο μυαλό. Ο Δημήτρης Κίτσος είναι ένας απ’ αυτούς, διακριτικός, αλλά με ουσία. Ήσυχος, αλλά όχι αθόρυβος.

Γεννημένος στα Ιωάννινα, σπούδασε στη Θεσσαλονίκη, μέχρι που η διαίσθηση, εκείνη η αόρατη, μα επίμονη πυξίδα, τον έφερε στην Αθήνα και στη σχολή του Εθνικού Θεάτρου. Δεν ονειρεύτηκε από παιδί να γίνει ηθοποιός. Μάλλον, το όνειρο ήρθε και τον βρήκε εκείνο. Κι αυτός, το άκουσε. Με ταπεινότητα και τόλμη. Σήμερα, έχοντας διανύσει μια διαδρομή μέσα του, ξέρει τι του δίνει χαρά. Να συνεργάζεται με ανθρώπους που εκτιμά, να πηγαίνει βόλτα με τον σκύλο του, να ταξιδεύει στη φύση με το τροχόσπιτό του, να δημιουργεί αληθινές σχέσεις με τους άλλους και με τον εαυτό του. 

Μετά το τέλος από τα γυρίσματα της «Μεγάλης Χίμαιρας», ετοιμάζεται να ξεκινήσει πρόβες για την παράσταση «Tiny Beautiful Things» στο Παλλάς. Ένα έργο τρυφερό, δυνατό και ειλικρινές, όπως κι εκείνος. Από τις 16 Μαΐου, θα είναι εκεί. Όχι για να τραβήξει τα βλέμματα με την ωραία του εμφάνιση, αλλά για να μας κοιτάξει κατάματα, μέσα από τους ρόλους του, και να μας πει κάτι που ν' αξίζει.

Πώς προέκυψε η συνεργασία σας με τη Νία Βαρντάλος και πώς είναι μέχρι τώρα αυτή η εμπειρία;

Με πήραν ένα απόγευμα από την παραγωγή και μου το πρότειναν. Δεν έχουμε ξεκινήσει ακόμη πρόβες, αλλά κάναμε μια πρώτη διαδικτυακή συνάντηση, ένα zoom με όλους τους ηθοποιούς και τον άνθρωπο που επιμελήθηκε τη διασκευή του έργου και θα συν σκηνοθετήσει μαζί με τη Νία. Ήταν μια ωραία, ζεστή πρώτη επαφή. Ένιωσα πως κάτι όμορφο ξεκινάει.

Μπορείτε να μου πείτε λίγα λόγια για τον ρόλο που θα υποδυθείτε ή, αν όχι, για το ίδιο το έργο;

Ναι, μπορώ να σου πω λίγα πράγματα γενικά. Το έργο δεν είναι ένα «συμβατικό» θεατρικό με αρχή, μέση και τέλος. Είναι βασισμένο σε μια στήλη εφημερίδας. Η κεντρική ηρωίδα —που λέγεται Sugar— λαμβάνει γράμματα από ανθρώπους που αναζητούν συμβουλές. Και στη σκηνή, αντί να διαβάζονται αυτά τα γράμματα, οι άνθρωποι αυτοί εμφανίζονται, παίρνουν σάρκα και οστά, μιλούν, εξομολογούνται, αναρωτιούνται. Κι εκείνη απαντά. Εμείς, ως ηθοποιοί, αναλαμβάνουμε πολλούς διαφορετικούς ρόλους. Είμαστε σαν φωνές που έρχονται και φεύγουν, φέρνοντας μαζί τους ιστορίες, αγωνίες, ανάγκες. Δεν υπάρχει συνεχής πλοκή ή συγκεκριμένη αφήγηση. Είναι περισσότερο μια παράθεση στιγμών, σκέψεων, ερωτημάτων. Νομίζω μιλάμε για καμιά εικοσαριά διαφορετικούς χαρακτήρες, ο καθένας με το δικό του μικρό ή μεγάλο φορτίο.

Τι ήταν αυτό που σας έκανε να πείτε το «ναι»;

Με άγγιξε βαθιά η θεματική του. Η ανάγκη των ανθρώπων ν' αναζητήσουν βοήθεια. Ν' απλώσουν το χέρι, έστω και ανώνυμα, με την ελπίδα ότι κάποιος, κάπου, μπορεί να τους ακούσει. Μίλησε μέσα μου αυτό. Υπάρχουν ερωτήματα και απαντήσεις στο έργο που με απασχολούν κι εμένα. Κάποιες ιστορίες είναι πραγματικά συγκινητικές, γιατί καταπιάνονται με το πώς η αγάπη μπορεί να γίνει δύσκολη όταν έχουμε τραυματιστεί. Με τη δυσκολία ν' ανοιχτούμε, να εμπιστευτούμε, ν' αφήσουμε την καρδιά μας να μαλακώσει. Κι αυτό είναι κάτι που με αφορά. Πολλοί από τους χαρακτήρες έχουν βιώσει πόνο και γι' αυτό έχουν κλειστεί στον εαυτό τους. Είναι συγκινητικό να βλέπεις αυτή την προσπάθεια επανασύνδεσης. Οπότε ναι, δεν χρειάστηκε και πολύ για να πειστώ.

Το «Tiny Beautiful things» είναι η θεατρική διασκευή, που έχει πραγματοποιήσει στο δημοφιλές μυθιστόρημα της Cheryl Strayed, «Μικρά όμορφα πράγματα», μια συλλογή αληθινών επιστολών
Το «Tiny Beautiful things» είναι η θεατρική διασκευή, που έχει πραγματοποιήσει στο δημοφιλές μυθιστόρημα της Cheryl Strayed, «Μικρά όμορφα πράγματα», μια συλλογή αληθινών επιστολών

Υπάρχει κάτι που σας προβληματίζει αυτή την περίοδο; Κάτι που σας βαραίνει;

Ναι. Είναι κάτι βαθιά πολιτικό και κοινωνικό, γιατί επηρεάζει άμεσα την καθημερινότητά μου, τη σκέψη μου, τη διάθεσή μου. Ζούμε σε μια εποχή που οι εξελίξεις —σε παγκόσμιο αλλά και εθνικό επίπεδο— είναι απλώς θλιβερές. Αυτές τις μέρες, για παράδειγμα, βλέπουμε τον Έλληνα πρωθυπουργό να δίνει το «παρών» σε συνάντηση στην Ιερουσαλήμ, δίπλα στον Νετανιάχου, έναν άνθρωπο που έχει κατηγορηθεί διεθνώς για εγκλήματα πολέμου. Κι όμως, η ελληνική κυβέρνηση προχωράει σε διπλωματικές επαφές, εξοπλιστικά προγράμματα και συμμαχίες. Όλα αυτά, ενώ μιλάμε για μια γενοκτονία σε εξέλιξη.

Την ίδια στιγμή, στην Ελλάδα, υπάρχουν χιλιάδες προβλήματα. Τα Τέμπη είναι ένα από τα πιο ηχηρά παραδείγματα. Μια πληγή που δεν έχει κλείσει. Και δεν πρέπει να κλείσει, αν δεν αποδοθεί δικαιοσύνη. Όχι μόνο για τους ανθρώπους που χάθηκαν, αλλά και για εμάς τους υπόλοιπους, που απαιτούμε να ζούμε σ' ένα κράτος ασφαλές και δίκαιο. Το θέμα, όμως, δεν περιορίζεται μόνο στα τρένα. Υπάρχουν σοβαρά ζητήματα σε όλους τους τομείς, στην υγεία, στα δικαστήρια, στα αεροδρόμια. Κάπου διάβαζα πρόσφατα ένα άρθρο που μιλούσε για την ασφάλεια των πτήσεων. Το πρόβλημα είναι συστημικό. Και φυσικά, οι πόλεμοι. Όχι μόνο αυτός στη Γάζα, που είναι πραγματικά μία τραγωδία, αλλά δεκάδες άλλες συγκρούσεις σε όλο τον κόσμο. Δεν μπορώ να είμαι αδιάφορος. Δεν μπορώ να κοιτάζω αλλού. Επιστρέφω συνεχώς σ' εκείνη τη συνάντηση του Μητσοτάκη. Είναι σαν να δίνει τη συγκατάθεσή του σε αυτή τη φρίκη. Και αυτό, με ξεπερνά.

Υπάρχει κάτι που σας δίνει ελπίδα; Κάτι που σας κρατάει αισιόδοξο;

Την ελπίδα μου τη βρίσκω στους ανθρώπους που αγωνίζονται. Σίγουρα, όχι στους θεσμούς, ούτε στα κόμματα. Δεν την εμπιστεύομαι την εξουσία. Διαφθείρει. Είναι πολύ δύσκολο να παραμείνεις καθαρός, ηθικός και ουσιαστικός όταν μπεις σε αυτόν τον μηχανισμό. Βέβαια, για να μην γενικεύουμε υπάρχουν φωνές μέσα στα κόμματα, ελάχιστες, που παλεύουν ακόμα, και αυτό μόνο του είναι συγκινητικό. Αλλά η πραγματική μου ελπίδα βρίσκεται σε εκείνους που κατέβηκαν στους δρόμους για τα Τέμπη. Σε αυτούς που φτιάχνουν οικογένειες με αγάπη. Σε ανθρώπους που επιλέγουν καθημερινά να είναι καλοί, συμπονετικοί, έντιμοι. Είναι οι συλλογικότητες, οι κοινότητες, οι προσωπικές μάχες που δίνει ο καθένας. Εκεί κοιτάζω. Στο σεβασμό που δείχνουμε ο ένας στον άλλο, στα ζώα, στη φύση. Στην ανάγκη να υπάρχουμε με τρυφερότητα και φροντίδα.

Συμμετέχετε, επίσης, στη νέα υπερπαγωγή της ΕΡΤ, «Μεγάλη Χίμαιρα». Πώς ήταν η εμπειρία σας από τα γυρίσματα;

Εξαιρετική! Είναι από τις μεγαλύτερες παραγωγές που έχουν γίνει στην Ελλάδα και είμαι πολύ χαρούμενος που συμμετέχω σε αυτό το πρότζεκτ. Το έργο αυτό προσπαθούσε να γίνει για πολλά χρόνια και επιτέλους, υπό αρκετές πιέσεις και καθυστερήσεις, ολοκληρώθηκε. Παρά τις δύσκολες συνθήκες, η ομάδα ήταν εξαιρετική και ο ενθουσιασμός και το πάθος για την ολοκλήρωση της παραγωγής ήταν τεράστιος. Το αποτέλεσμα αξίζει τον κόπο και νιώθω πολύ περήφανος που ήμουν μέρος αυτής της δουλειάς.

Τα τελευταία χρόνια σας έχουμε δει σε αρκετές και διαφορετικές παραγωγές. Ποια είναι τα κριτήρια με τα οποία επιλέγετε τις δουλειές σας;

Συνήθως βασίζομαι σε τρία βασικά κριτήρια, και για να πω «ναι» σε μια δουλειά, θέλω τουλάχιστον τα δύο να υπάρχουν. Πρώτα απ’ όλα, με νοιάζουν πολύ οι συνθήκες – δηλαδή, το περιβάλλον, οι άνθρωποι, η αίσθηση ότι θα συνεργαστώ με άτομα που σέβομαι και θα περνάμε καλά. Έπειτα είναι το καλλιτεχνικό κομμάτι – τι έχει να μου δώσει, πού μπορώ να πάω μέσα από αυτό, πόσο θα μ' εξελίξει. Και βέβαια, υπάρχει και ο οικονομικός παράγοντας. Δεν τον υποτιμώ. Η τέχνη είναι πάθος, αλλά είναι και εργασία. Ζούμε από αυτή.

Δημήτρης Κίτσος (Copyright: Mariya Kozhanova)
Δημήτρης Κίτσος (Copyright: Mariya Kozhanova)

Σας ενδιαφέρει «να σας ξέρουν όλοι»; Είναι ένας στόχος για σας;

Μ' ενδιαφέρει μόνο αν μπορεί να λειτουργήσει σαν εργαλείο για να στηρίξει την καλλιτεχνική μου πορεία. Αν δηλαδή η αναγνωρισιμότητα μπορεί να μου ανοίξει μια πόρτα, να μου δώσει φωνή για κάτι που θέλω να πω, τότε καλώς. Κατά τα άλλα, όχι. Δεν με αφορά ιδιαίτερα.

Η έκθεση είναι κάτι που σας τρομάζει; 

Είμαι ένας εσωστρεφής χαρακτήρας. Μου αρέσει να αφιερώνω τον χρόνο μου σε ανθρώπους που αγαπώ, να είμαι σε κύκλους που με γεμίζουν. Δεν με τρομάζει η έκθεση πια – ήρθε ομαλά, φυσικά. Δεν είναι ότι δεν μπορώ να περπατήσω στο δρόμο ή ότι με σταματάνε συνέχεια, όπως συμβαίνει με άλλους συναδέλφους. Οπότε, όσο υπάρχει αυτό το μικρό «παιχνίδι» της αναγνωρισιμότητας, το διαχειρίζομαι. Γελάω, το χαίρομαι. Αλλά αν έφτανε σε σημείο που θα ένιωθα ότι πρέπει ν' αλλάξω τη συμπεριφορά μου, να υποδυθώ έναν άλλο άνθρωπο για να είμαι αποδεκτός, αυτό θα με βάραινε. Θέλω να μπορώ να υπάρχω στον κόσμο χωρίς να με καθορίζει το ποιος είμαι ή τι κάνω.

Σας ενοχλεί που κάποιες φορές δημοσιογράφοι κάνουν πιο προσωπικές ερωτήσεις; 

Με ενοχλεί, εάν ασχολούμαστε κυρίως με κουτσομπολιά και αφήνουμε στην άκρη ουσιαστικά ζητήματα που αφορούν σημαντικά την κοινωνία. Δεν λέω ότι δεν χρειαζόμαστε και τη διασκέδαση, κάθε άλλο, είναι πολύτιμη και απαραίτητη. Αλλά θεωρώ πως ο δημοσιογράφος έχει ένα χρέος, μια ευθύνη απέναντι στην κοινωνία. Και είναι κρίμα ν' αναλώνεται αυτή η δύναμη σε κουτσομπολιά ή σε επιφανειακές πληροφορίες. Αντί να μιλάμε για το τι ώρα κοιμάμαι και τι τρώω, γιατί να μην αναρωτηθούμε τι συνέβη πραγματικά στα Τέμπη; Γιατί μαζεύτηκαν άρον άρον τα στοιχεία από τον τόπο του δυστυχήματος; Ποιος τα μάζεψε; Ποιος ευθύνεται; Αν εστιάζαμε σε τέτοια θέματα και αν ενημερωνόταν πραγματικά ο κόσμος, τότε ίσως θα μπορούσαμε να απαιτήσουμε δικαιοσύνη, να προστατέψουμε τις ζωές μας στο μέλλον. Εκεί νιώθω πως βρίσκεται το ουσιαστικό έργο, κι εκεί χτυπάει η καρδιά μου.

Πιστεύετε ότι ένας καλλιτέχνης χρειάζεται να παίρνει δημόσια θέση σε κοινωνικά και πολιτικά θέματα;

Είναι ενδιαφέρον το ερώτημα, γιατί δεν πρόκειται για κάτι που είναι απόλυτο. Δεν θα έλεγα ότι είναι κάτι απαραίτητο. Κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να εκφράζεται όπως θέλει, αλλά εξίσου έχει και την ευθύνη για το τι λέει. Αν κάποιος θέλει να μιλήσει για αγάπη, για ειρήνη, τότε ναι, αυτό είναι σημαντικό και χρήσιμο. Αν μιλάει για μίσος, για βία, καλύτερα να το αφήσει. Η δημόσια τοποθέτηση έχει μεγάλη δύναμη και ευθύνη.

Είστε απόφοιτος του Εθνικού Θεάτρου. Αυτό έχει παίξει ρόλο στην επαγγελματική σας πορεία;

Δεν ξέρω. Δεν το έχω νιώσει ποτέ ως κάτι που «έπαιξε ρόλο». Ισως ναι, καθώς οι πρώτες μου θεατρικές δουλειές ήταν στο Εθνικό, αμέσως μετά την αποφοίτησή μου. Πριν καν τελειώσω, βέβαια, είχα κάνει μια ταινία, αλλά έπειτα υπέγραψα συμβόλαιο για δύο παραστάσεις. Μάλλον βοήθησε ότι ήμουν «δικός τους». Από εκεί και πέρα, δεν ξέρω πόσο μετράει. Οι περγαμηνές ίσως βοηθούν στην αρχή, αν και συχνά είναι τυπικές, άνευρες. Το θέμα είναι τι κάνεις μετά. Η διάρκεια, όχι το ξεκίνημα.

Ποια είναι η κατάσταση στο θέατρο και τον κινηματογράφο στην Ελλάδα σήμερα;

Η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη, ειδικά όσον αφορά τη στήριξη από την πολιτεία. Δεν υπάρχει μια σοβαρή, συστηματική υποστήριξη προς τους καλλιτέχνες και την τέχνη γενικά. Το βλέπουμε και με την πρόσφατη περίπτωση του βουλευτή που πήγε στην Πινακοθήκη και βανδάλισε έργα τέχνης και έμεινε ατιμώρητος. Αυτό δείχνει την έλλειψη σεβασμού προς την τέχνη και την κουλτούρα. Για να δημιουργηθεί ένα καλό έργο, απαιτείται χρόνος, χρήματα, και κυρίως η σωστή υποστήριξη απ' όλους τους φορείς. Αν αυτά τα πράγματα λείπουν, τότε η ποιότητα της δουλειάς υποβαθμίζεται και οι καλλιτέχνες βρίσκονται σε συνεχείς πιέσεις.

Δημήτρης Κίτσος (Copyright: Mariya Kozhanova)
Δημήτρης Κίτσος (Copyright: Mariya Kozhanova)

Νιώθετε ικανοποιημένος με όσα έχετε καταφέρει στη δουλειά σας μέχρι σήμερα;

Είναι μια ερώτηση που έχει πολλές απαντήσεις. Υπάρχουν μέρες που είμαι πραγματικά ευγνώμον και νιώθω γεμάτος απ' όσα έχω καταφέρει. Κάποιες άλλες, όμως, νιώθω ότι δεν έχω φτάσει ακόμα εκεί που θα ήθελα. Είναι φυσικό να υπάρχουν στιγμές αμφιβολίας, αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι πάντα προσπαθώ να εξελίσσομαι και να βελτιώνομαι. Δεν σταματάς ποτέ να μαθαίνεις.

Ο πήχης που θέτετε, βασίζεται περισσότερο σε πρότυπα του εξωτερικού ή σε αυτά που συναντάτε εδώ, στην Ελλάδα;

Δεν είμαι σίγουρος. Αν αφήσουμε έξω τον κινηματογράφο και την τηλεόραση, και δούμε καθαρά το θέατρο, νομίζω πως σε κάθε χώρα ο αριθμός των ανθρώπων που κάνουν κάτι βαθιά ουσιαστικό είναι περιορισμένος. Εμείς, σαν μικρότερη χώρα, έχουμε μικρότερο δείγμα, άρα ίσως και λιγότερους τέτοιους ανθρώπους. Αλλά δεν είναι ότι έξω όλα είναι άψογα κι εδώ όλα λάθος. Υπάρχουν αξιόλογοι άνθρωποι και εδώ. 

Τι θα θέλατε περισσότερο στη δουλειά σας;

Θα ήθελα περισσότερο να δουλεύω σε πρότζεκτ που να τους δίνεται ο χρόνος που χρειάζονται. Αυτός ο χρόνος που σου επιτρέπει να εμβαθύνεις, ν' αναπνεύσεις μέσα στη διαδικασία, να χαθείς και να ξαναβρεθείς. Και μέσα σε αυτό το πλαίσιο, να συνεργάζομαι με ανθρώπους που λειτουργούν σαν δάσκαλοι, που ψάχνουν κι αυτοί κάτι αληθινό, κάτι που να τους αφορά πραγματικά. Κάτι που συγκινεί, που έχει νόημα.

Εχετε ένα τροχόσπιτο. Είναι ένας τρόπος διαφυγής όταν νιώθετε ψυχικά πιεσμένος;

Ναι, λειτουργεί και έτσι, σαν μια μορφή διαφυγής, αλλά δεν είναι μόνο αυτό. Η Αθήνα είναι μια πόλη που σε πλακώνει. Σε κουράζει. Οπότε, καμιά φορά, η φυγή είναι απαραίτητη. Δεν μου αρέσει να ζω μέσα σε τόσο ασφυκτικό τσιμέντο. Και ναι, υπάρχουν φάσεις που το ταξίδι είναι μια μικρή απόδραση. Αλλά στην ουσία του, είναι η βαθιά ανάγκη να έρθω πιο κοντά στη φύση, να νιώσω τον αέρα αλλιώς, να χαθώ κάπου όπου δεν ξέρω τι με περιμένει. Είναι η εξερεύνηση, η περιπέτεια, η επιστροφή σε κάτι πιο απλό, πιο αυθεντικό.