Ντόρα Γιαννακοπούλου: Μια ζωή σαν πρόβα νυφικού, γεμάτη έρωτες και βιβλία που αγαπήθηκαν από χιλιάδες αναγνώστες
Η ζωή της υπήρξε μια διαρκής πρόβα, γεμάτη δημιουργία, έρωτες και αδιάκοπη αγάπη για την τέχνη🕛 χρόνος ανάγνωσης: 9 λεπτά ┋ 🗣️ Ανοικτό για σχολιασμό

Υπάρχουν άνθρωποι που ταξιδεύουν μια ζωή στο ίδιο νερό. Και υπάρχουν άλλοι που αλλάζουν θάλασσες, χωρίς ποτέ να χάνουν την πυξίδα τους. Η Ντόρα Γιαννακοπούλου ανήκε στους δεύτερους. Μια γυναίκα που έζησε με ένταση, ακολούθησε την τέχνη όπου κι αν την οδηγούσε και τόλμησε ν' αφήσει πίσω της την επιτυχία για να ξαναρχίσει από την αρχή.
Η απώλειά της σηματοδοτεί κάτι περισσότερο από το τέλος μιας πλούσιας διαδρομής. Σηματοδοτεί το κλείσιμο ενός κύκλου ελληνικής καλλιτεχνικής δημιουργίας, όπου το θέατρο, το τραγούδι, ο κινηματογράφος και η λογοτεχνία συνομιλούσαν άμεσα με την πολιτική, την ιστορία και τις προσωπικές αγωνίες. Η Ντόρα Γιαννακοπούλου υπήρξε παρούσα σε όλες αυτές τις τομές. Με τη φωνή της, με το σώμα της, με την πένα της, με τη στάση ζωής της. Δεν ακολούθησε συνταγές ούτε έμεινε ακίνητη από φόβο. Προχώρησε, άλλαξε, ρίσκαρε, όπως ακριβώς πίστευε ότι πρέπει να ζει κανείς.
«Εχω τις πιο ευτυχισμένες αναμνήσεις στη Μυτιλήνη»
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Μυτιλήνη, έναν τόπο που έμελλε να τη συνοδεύει σε όλη τη ζωή της. «Θυμάμαι τα πάντα. Όλη η Μυτιλήνη έχει αφήσει μέσα στην ψυχή μου ανεξίτηλα σημάδια. Έχει γράψει μέσα μου με τα πιο όμορφα χρώματα». Στο Μεσαίο Χάλικα, απέναντι από τον Πύργο του Δεσπότη, ξεκίνησε μια σχέση βαθιά με τη φύση, το κύμα, τις διαδρομές της πόλης. Οι καθημερινές διαδρομές προς το σχολείο με τα πόδια, οι εικόνες της πόλης, η αίσθηση του ανήκειν, έγιναν θεμέλιο μιας καλλιτεχνικής ματιάς που άντλησε δύναμη από την πατρίδα.
Αργότερα, το σπίτι στο Καγιάνι με τη θέα σε ολόκληρη τη Μυτιλήνη αποτέλεσε καταφύγιο και σημείο αναφοράς. Ένα σπίτι που αγαπήθηκε πολύ, αλλά που αναγκάστηκε τελικά να πουλήσει, σε μια δύσκολη περίοδο της ζωής της. Ακόμη κι έτσι, ο δεσμός της με το νησί δεν χαλάρωσε ποτέ. Τα βιβλία της διαδραματίστηκαν στο νησί, άμεσα η έμμεσα, σαν επιστροφή στις ρίζες.
Η τελευταία φορά που πήγε εκεί ήταν στα γυρίσματα της τηλεοπτικής σειράς «Ο Μεγάλος Θυμός», σε σκηνοθεσία του Κώστα Κουτσομύτη, κλείνοντας μ' έναν τρόπο συμβολικό τον κύκλο της επιστροφής στον τόπο που τη γέννησε. Οι εικόνες της, οι μυρωδιές της, οι ήχοι της θάλασσας και των ανθρώπων, είχαν χαραχτεί βαθιά μέσα της.

Τα πρώτα χρόνια στην Αθήνα
Με το τέλος των θεατρικών της σπουδών στην Αθήνα, η Ντόρα Γιαννακοπούλου βρέθηκε γρήγορα στη σκηνή. Παρότι μόλις παντρεμένη, γράφτηκε στη Δραματική Σχολή του Πέλου Κατσέλη. «Η μικροπαντρεμένη», όπως τη φώναζαν, ξεχώρισε από νωρίς.
Ο Μάνος Κατράκης υπήρξε ο πρώτος άνθρωπος που την έβγαλε στη σκηνή, αναγνωρίζοντας τη δύναμη και την αλήθεια της παρουσίας της. Το θέατρο αποτέλεσε για εκείνη χώρο μαθητείας και αυτογνωσίας. Η καθοριστική στιγμή ήρθε με το έργο «Ένας Όμηρος» του Μπρένταμ Μπίαμ στο Κυκλικό Θέατρο, σε σκηνοθεσία Λεωνίδα Τριβιζά και μουσική του Μίκη Θεοδωράκη. Εκεί, το θέατρο συνάντησε το τραγούδι και άνοιξε έναν νέο δρόμο.
«Μα αυτή είναι ντιζέζ!», αναφώνησε ο Γιάννης Τσαρούχης όταν την άκουσε να τραγουδά το 1962, σχεδιάζοντας τα σκηνικά του έργου. Η φράση αυτή στάθηκε προφητική. Ακολούθησε μια καταιγιστική περίοδος. Δίσκοι, συναυλίες, μπουάτ, περιοδείες, κινηματογράφος. Η «Όμορφη πόλη», οι «Μικρές Κυκλάδες», οι ζωντανές εμφανίσεις δημιούργησαν μια νέα σχέση με το κοινό. «Δεν συνειδητοποιούσα πόσο σπουδαία ήταν όσα ζούσαμε. Δούλευα είκοσι ώρες το εικοσιτετράωρο».
Το «Γελαστό παιδί» αναδείχθηκε στο πιο εμβληματικό τραγούδι της. «Με κάλεσαν στην ασφάλεια να μου κάνουν σύσταση», θυμόταν. Η τέχνη της μετατράπηκε σε πράξη αντίστασης. Κατά τη διάρκεια της Δικτατορίας, η Ντόρα Γιαννακοπούλου έφυγε στο εξωτερικό. Με μικρή ομάδα καλλιτεχνών περιόδευσε σε χώρες της δυτικής και ανατολικής Ευρώπης, παρουσιάζοντας πρόγραμμα βασισμένο στη μουσική του Μίκη Θεοδωράκη.
Μετά τη Μεταπολίτευση, δεν τραγούδησε ξανά. «Δεν έβρισκα πια το λόγο. Με τα γεγονότα του Πολυτεχνείου η μπουάτ στην Πλάκα όπου τραγουδούσα έκλεισε. Λίγο μετά ο Θεοδωράκης τραγουδιόταν ελεύθερα και απ' όλους». Η γέννηση του γιου της, του συγγραφέα Λένου Χρηστίδη, άλλαξε ριζικά τη ζωή της. «Ξέρετε πόσο υπερήφανη είμαι για τον Λένο;». Η μητρότητα υπήρξε κεντρική αξία. «Αν αξίζει κανείς να ζει, είναι γι' αυτό».
Σχολιάζοντας τη σημερινή κατάσταση της χώρας, η ίδια δεν είχε κρύψει την ανησυχία της. «Η κατάσταση στη χώρα είναι δύσκολη», έλεγε με ειλικρίνεια, «αλλά επειδή είμαι αισιόδοξος άνθρωπος, πιστεύω ότι κάποτε θα κλείσει αυτός ο κύκλος της κρίσης». Παρά την αισιοδοξία της, τα πολιτικά γεγονότα τη συγκλόνιζαν. «Με σοκάρει το πώς τόσοι άνθρωποι κατέληξαν να ψηφίσουν τη Χρυσή Αυγή», παρατηρούσε, «η άνοδός της με τρομάζει. Μετά το τέλος της Δικτατορίας δεν φανταζόμουν ότι θα ζούσαμε ξανά κάτι τέτοιο».
Η «Πρόβα Νυφικού» που άλλαξε τη ζωή της
Η «Πρόβα Νυφικού», που κυκλοφόρησε το 1993, άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή της Ντόρας Γιαννακοπούλου. Ήταν το πρώτο της μυθιστόρημα και ταυτόχρονα η αρχή μιας μακράς και ουσιαστικής πορείας στη λογοτεχνία. Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου βρήκε έναν ακόμη τρόπο ν' αφηγηθεί τον κόσμο, με την ίδια ευαισθησία και ένταση που χαρακτήριζαν το τραγούδι και το θέατρό της.
Το βιβλίο γράφτηκε σε μια περίοδο έντονων προσωπικών πιέσεων. Οικογενειακές δυσκολίες και οικονομικά βάρη δημιούργησαν ένα περιβάλλον ασφυκτικό, μέσα στο οποίο η ανάγκη για δημιουργία λειτούργησε σαν καταφύγιο. «Περνούσα μια δύσκολη περίοδο. Είχα αναγκαστεί να πουλήσω το σπίτι μου στη Μυτιλήνη», είχε αποκαλύψει. Εκείνη τη στιγμή, η γραφή έγινε τρόπος να κρατήσει το μυαλό της ζωντανό και στραμμένο αλλού. «Για να ξεφύγει το μυαλό μου, άρχισα να πλάθω ιστορίες. Ένας καλός άγγελος πρέπει να στάθηκε τότε δίπλα μου».
Η σκέψη της στράφηκε στην περίοδο της Κατοχής, μια εποχή που τη συγκινούσε βαθιά και την απασχολούσε χρόνια. Διάβασε ιστορικά βιβλία, μαρτυρίες και αρχειακό υλικό, ενώ καθοριστικό ρόλο έπαιξαν τα κείμενα της Ελένης Βλάχου, τα οποία ανέδειξαν την αστική καθημερινότητα της εποχής, τις λεπτές ισορροπίες, τα μικρά δράματα πίσω από τις κλειστές πόρτες. «Κάπως έτσι αποφάσισα να γράψω αυτή την ιστορία προδοσίας, ερωτικής αλλά και εθνικής», σημείωνε, συνοψίζοντας τον πυρήνα του έργου.
Η Αγγελικούλα, η Ευανθούλα, ο αστυνομικός, οι άνθρωποι της εξουσίας, οι μικροί και οι μεγάλοι πρωταγωνιστές μιας ταραγμένης εποχής, σχηματίζουν έναν κόσμο εύθραυστο και αληθινό. Η ίδια ένιωθε βαθιά δεμένη με όλους τους ήρωές της. «Τους αγαπώ πολύ τους ήρωες της Πρόβας», έλεγε. «Ακόμη και τα καθάρματα, αυτόν τον Πετρόπουλο, τον λατρεύω. Χωρίς τα καμώματά του, το βιβλίο δεν θα μπορούσε να προχωρήσει».
Η απήχηση του μυθιστορήματος υπήρξε άμεση και ευρεία. Το βιβλίο βρήκε γρήγορα τον δρόμο προς το κοινό. Αγαπήθηκε και συζητήθηκε. Η τηλεοπτική του μεταφορά σφράγισε μια ολόκληρη εποχή, ενώ η θεατρική του διαδρομή ολοκληρώθηκε με την παρουσίαση από το Εθνικό Θέατρο. «Είμαι πανευτυχής που η "Πρόβα" ανεβαίνει στο Εθνικό», έλεγε με συγκίνηση, παρακολουθώντας το έργο της να συνεχίζει τη ζωή του σε νέα μορφή.
«Παράτησα τα πάντα, να τρέχω για τον έρωτα»
Ο έρωτας υπήρξε για τη Ντόρα Γιαννακοπούλου τρόπος ύπαρξης, στάση ζωής, εσωτερικός καταλύτης που καθόρισε τις επιλογές της και σφράγισε τόσο τη διαδρομή της όσο και τα έργα της. Στα μυθιστορήματά της, ο έρωτας εμφανίζεται συχνά κεραυνοβόλος, επικίνδυνος, ανατρεπτικός, ικανός να τινάξει στον αέρα κοινωνικές συμβάσεις και προσωπικές βεβαιότητες. Έκανε δυο γάμους. Από τον πρώτο της σύζυγο κράτησε το επίθετο Γιαννακοπούλου. Δεύτερος σύζυγός της ήταν ο ηθοποιός Μηνάς Χρηστίδης.
«Δεν υπάρχει τίποτα μεγαλύτερο από τον έρωτα», έλεγε με απόλυτη βεβαιότητα. «Για αυτόν κάνεις τα πάντα, όλες τις τρέλες που μπορεί να φανταστεί άνθρωπος». Η ίδια δεν μιλούσε θεωρητικά. Μιλούσε βιωματικά. «Εγώ παράτησα πατρίδα, οικογένεια, καριέρα, φίλους, τα πάντα να τρέχω για τον έρωτα».
Στη σκέψη της, ο έρωτας δεν συνοδευόταν από υπολογισμούς, εξασφαλίσεις ή στρατηγικές. Όταν της επισημαινόταν πως ο έρωτας συχνά δεν αποζημιώνει, απαντούσε με αφοπλιστική ειλικρίνεια: «Ποιος νοιάζεται και πού να το ξέρεις; Πας με τα μούτρα, πέφτεις επάνω και όποιον πάρει ο Χάρος». Η φράση αυτή συνοψίζει μια ολόκληρη κοσμοθεωρία, όπου η ένταση του βιώματος υπερισχύει της ασφάλειας.
Στα έργα της, ο έρωτας συνδέεται συχνά με το λάθος, την υπέρβαση, τη σύγκρουση με τη μοίρα. Οι ήρωες επιλέγουν να προχωρήσουν ακόμη κι όταν βλέπουν το αδιέξοδο. «Όταν σου χτυπάει την πόρτα, δεν βλέπεις μπροστά σου», έλεγε. «Προχωράς με το λάθος και θες να το ζήσεις. Έτσι είναι ο κεραυνοβόλος έρωτας. Έτσι είναι η πραγματική αγάπη».
Σε μια εποχή όπου οι σχέσεις συχνά δομούνται πάνω στο συμφέρον και στη μελλοντική εξασφάλιση, η Ντόρα Γιαννακοπούλου επέμενε να υπερασπίζεται τον έρωτα ως ριψοκίνδυνη πράξη. Ως μια δύναμη που ανατρέπει, πληγώνει, αλλά ταυτόχρονα νοηματοδοτεί τη ζωή. Για εκείνη, χωρίς τον έρωτα, η αφήγηση μένει άδεια και η ζωή άχρωμη. «Έγραψα δέκα βιβλία. Αρκετά δεν είναι; Όταν κλείσει ένας κύκλος, πάει, έκλεισε».
Από τα μπλόκα τα… κάλαντα των αγροτών - Τι απαντά η κυβέρνηση μετά τις τελευταίες εξελίξεις
Ντόρα Γιαννακοπούλου: Μια ζωή σαν πρόβα νυφικού, γεμάτη έρωτες και βιβλία που αγαπήθηκαν από χιλιάδες αναγνώστες
Όταν ο Μουσολίνι υποχρεώθηκε να ομολογήσει: «Έχουν υψηλό φρόνημα αυτοί οι Έλληνες»…
Ο Λυκουρέντζος που έστειλε στην ώρα τους τις οφειλές, ο υστερικός Καιρίδης και οι «σοφοί» της Καρυστιανού
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr




