Κώστας Καρτελιάς: «Το τραγούδι θα ξαναγεννιέται µαζί µε το πρώτο φιλί»
Με αφορµή µια βραδιά προς τιµήν του στον «Παρνασσό», ο ποιητής και στιχουργός µάς ξεναγεί στα απλά υλικά της τέχνης του και στα σηµαντικά πρόσωπα της ζωής του🕛 χρόνος ανάγνωσης: 8 λεπτά ┋
«Οδυσσέας» στον χώρο των γραµµάτων, ξεκίνησε το... ναύλο του από τη γενέτειρά του, την Κύµη, και έκανε χίλιες δουλειές µέχρι να κατασταλάξει σε ό,τι αγαπούσε: την ποίηση, τον στίχο, το τραγούδι. Καταστάλαξε; «Μπα, ακόµα θαλασσοδέρνοµαι» λέει και γελάει ο Κώστας Καρτελιάς, ο οποίος έχει στο βιογραφικό του συνεργασίες µε τον Μίκη Θεοδωράκη (για την «Οδύσσεια» που ερµήνευσε µοναδικά η Μαρία Φαραντούρη), µε τον Μιχάλη Γρηγορίου, τον Νίκο Κυπουργό, τον Ανδρέα Κατσιγιάννη.
Κάποιοι θα τον ξέρουν και ως την «ψυχή» του «άλεκτον», του πάλαι ποτέ καλλιτεχνικού σωµατείου, χώρου σπουδαίων εκδηλώσεων και στεκιού που είχαν δηµιουργήσει µαζί µε τον Γιώργο Χειµωνά στο Μεταξουργείο. Όσοι δεν τον ξέρουν πάλι µπορούν να τον γνωρίσουν… εφ’ όλης της ύλης στη βραδιά που διοργανώνεται για εκείνον στον «Παρνασσό» στις 2 Φεβρουαρίου, όταν το έργο του θα προλογίσει η Ιουλίτα Ηλιοπούλου και τραγούδια σε στίχους του θα ερµηνεύσουν η Μαρία Φαραντούρη και ο ∆ώρος ∆ηµοσθένους, συνοδεία των Ντ. Λιντς (πνευστά), Ιρ. Βαλεντίνοβα (πιάνο) και Μ. Παπαδούρη (τσέλο).
Ένα παιδί που µεγαλώνει κατ’ αρχάς στην επαρχία πού και πώς συναντά την ποίηση;
Όλοι έχουµε έναν ποιητή µέσα µας, είτε είµαστε από χωριό είτε από την πόλη. Η ποίηση υπάρχει αντίστοιχα παντού... Τα υλικά µας απλώς θα διαφοροποιηθούν. Ο ένας θα γράψει για τη µοναξιά µιας κοπέλας πάνω σε έναν βράχο και ο άλλος για τη µοναξιά ενός κοριτσιού στο µπαλκόνι µιας πολυκατοικίας, και µπορεί να είναι και τα δύο εξίσου σπουδαία ποιήµατα. Ο Σίµους Χίνι πήρε το Νόµπελ Λογοτεχνίας γράφοντας για τις δυνατές πλάτες του πατέρα του, καθώς όργωνε µε το άλογο την τύρφη στα χωράφια της Ιρλανδίας για να φυτέψει πατάτες. Αυτά ήταν τα υλικά του χωριού του, το ποίηµα όµως ήταν και… εγώ και ο πατέρας µου για όπου γης.
Αντιστοίχως, ποιο ποίηµα ήταν το πρώτο που σας «µίλησε»;
Είχε πεθάνει η γιαγιά µου, η Τάσσα, και η µάνα µου µε έστειλε να χτυπήσω την καµπάνα. Στον δρόµο προς την εκκλησία, είδα τον κύριο Κλέωνα Παλαιολόγο, έναν συνταξιούχο συµβολαιογράφο από την Αθήνα που στα τελευταία του χρόνια ήρθε να ζήσει στο χωριό µας. Με ρώτησε πού πάω και του είπα «πέθανε η γιαγιά µου και πάω να χτυπήσω την καµπάνα». Τότε άρχισε να µου απαγγέλλει ένα ποίηµα… «Πήραν στρατί-στρατί το µονοπάτι / Βασιλοπούλες και καλοκυράδες / από τις ξένες χώρες βασιλιάδες / και καβαλάρηδες απάνω στ’ άτι / ...κανείς για της γιαγιάς µου την αγάπη / δε σκότωσε το δράκο ή τον αράπη / και να της φέρει αθάνατο νερό…». Τον κοιτούσα εκστασιασµένος. Αργότερα αυτό το ποίηµα το συνάντησα σε µια ανθολογία που µου αγόρασε ο πατέρας µου µε δόσεις. Ήταν το «Στερνό παραµύθι» του Λάµπρου Πορφύρα.
Και εσείς πότε ξεκινήσατε να γράφετε;
Στον Στρατό άρχισα να αντιγράφω στίχους από ποιήµατα και να τους βάζω στα γράµµατα που έγραφα σε ένα κορίτσι µε το οποίο είχα τότε αλληλογραφία - τα άλλαζα και λίγο και τα προσάρµοζα στην περίπτωσή µου. Πολύ αργότερα έγραψα τον πρώτο µου στίχο και θυµάµαι ακριβώς τη στιγµή: Ήταν µεσηµέρι Απριλίου του 1990, όταν ένιωσα την ανάγκη να πω κάτι για εµένα και άρχισα να περιγράφω έναν γέροντα από το χωριό µου. Σε ένα σηµείο έγραψα «και είχε ένα συνήθειο να ρουφάει τη µύτη του, σαν µόλις να είχε τελειώσει το κλάµα και ήταν η σειρά σου πια να αρχίσεις να κλαις...». Αυτή ήταν η πρώτη στιγµή που συναντήθηκα µε ό,τι εγώ νιώθω ως ποίηση. Το απόγευµα το έδωσα στον Γιώργο Χειµωνά να το διαβάσει. Μου το επέστρεψε την εποµένη. Το είχε αντιγράψει µε το χέρι του και το υπέγραψε µε τη σηµείωση «για την αντιγραφή Γιώργος Χειµωνάς». Μου έδωσε το χειρόγραφό του κρατώντας το δικό µου και µου είπε: «Όταν το διάβαζα, ήθελα να το είχα γράψει εγώ και έτσι το αντέγραψα για να το έχω γράψει». Το έχω ακόµα το χειρόγραφό του. Αυτό το ποίηµα πρωτοδηµοσιεύτηκε από τις εκδόσεις «Ferry Boat» του Γιάννη Ψυχοπαίδη, ο οποίος ήταν και ο πρώτος που πήρε τα χειρόγραφά µου και τα έκανε βιβλίο. Ωραία στιγµή!
Όλοι έχουµε έναν ποιητή µέσα µας, είτε είµαστε από χωριό, είτε από την πόλη. Η ποίηση υπάρχει αντίστοιχα παντού. Τα υλικά µας απλώς θα διαφοροποιηθούν
Τον Χειµωνά πώς τον γνωρίσατε;
Είχα διαβάσει το κείµενο του «Έπαινος στον άνδρα», όταν ένιωσα την ανάγκη να τον γνωρίσω. ∆εν ήξερα τίποτα γι’ αυτόν. Ζήτησα τον αριθµό του από τις πληροφορίες του ΟΤΕ και τον πήρα τηλέφωνο. Μου απάντησε... Βρεθήκαµε ύστερα από λίγες ηµέρες στο γραφείο του στο Αιγινήτειο, και έτσι ξεκίνησε µια σχέση που κράτησε σχεδόν 20 χρόνια. Μια σχέση καταλυτική για τη ζωή µου. Σήµερα, στα 60 µου, και είναι η πρώτη φορά που µιλάω δηµόσια γι’ αυτό, έχω την αίσθηση ότι αυτός µε γέννησε πνευµατικά. Ηταν ένας σπουδαίος δάσκαλος και ο πιο καλός µου φίλος.
Λόγω του «άλεκτον» συνδεθήκατε φιλικά µε πολλές προσωπικότητες από τις τέχνες και τα γράµµατα. Ποιοι λειτούργησαν καταλυτικά;
Το «άλεκτον»... Άλλο ένα µεγάλο κοµµάτι της ζωής µου. Αν µιλήσω για όλους τους ανθρώπους που συνεργάστηκα, σίγουρα θα αδικήσω κάποιους. Θα περιοριστώ σε όσους δεν είναι πια µαζί µου, αλλά θα τους θυµάµαι πάντα. Πρώτα θα βάλω τον Γ. Χειµωνά, που το ξεκινήσαµε µαζί, µετά τον Ν. Τζιώτη, τον γλύπτη που έφτιαξε το µπαρ από χώµα ανασκαφών, τον Νίκο Αλεξίου, που µε µια σπουδαία έκθεση εγκαινίασε την γκαλερί µας, τον Κώστα Ζαχαράκη, που µε µια βαλίτσα µάς ταξίδεψε στα µεγαλύτερα καµπαρέ του κόσµου. Την Εύη, µια γειτονοπούλα που µαγείρευε και σκούπιζε για πολύ καιρό πριν αρρωστήσει… Τον Γιώργο ∆ραγώνα, που στήριξε όσο κανείς άλλος αυτήν την προσπάθεια, και βέβαια τον Μιχάλη Κακογιάννη, που µε τη φτερούγα του µας αγκάλιασε και µας δίδαξε γενναιοδωρία…
Τον Μίκη πώς τον γνωρίσατε;
Όταν µε το «άλεκτον» οργανώσαµε µια βραδιά Μεγάλη Τετάρτη στον Σταθµό Λαρίσης, στα τρένα, µουσικοί και εικαστικοί µαζί µε τη Νένα Βενετσάνου και 11 σπουδαίους ζωγράφους πάνω στον Επιτάφιο… Είχε έρθει και εκεί τον γνώρισα. Τότε του έδωσα και τους πρώτους µου στίχους. Έπειτα από αρκετά χρόνια, κατά σύµπτωση πάλι Μεγάλη Τετάρτη, στις 12 τα µεσάνυχτα µου έστειλε στο «άλεκτον» έναν φάκελο µε τις παρτιτούρες από την «Οδύσσεια». Θυµάµαι, όταν τις είδα, ψιθύρισα: «∆εύτε λάβετε φως εκ του ανεσπέρου φωτός»… Στο στούντιο µετά, όταν ήρθε και τραγούδησε ο ίδιος τα λόγια µου, αποτραβήχτηκα κάπου που δεν τον έβλεπα. Μόνο τον άκουγα και έκλαιγα για τον πατέρα µου που είχε πεθάνει.
Σήµερα, στα 60 µου, και είναι η πρώτη φορά που µιλάω δηµόσια γι’ αυτό, έχω την αίσθηση ότι ο Γιώργος Χειµωνάς µε γέννησε πνευµατικά. Ήταν ένας σπουδαίος δάσκαλος και ο πιο καλός µου φίλος
Παρακολουθήσατε (και) το ελληνικό τραγούδι εκ των έσω. Σήµερα ο στίχος γιατί δεν έχει κατορθώσει να «συνοψίσει» σε µεγάλη κλίµακα τα όσα δύσκολα ζούµε;
Είναι µια περίεργη εποχή. ∆εν υπάρχει η κοινωνική οµοιογένεια που θα εκφραστεί σύσσωµη µε ένα τραγούδι. Να πω ένα παράδειγµα: Εµένα ο στίχος «Συγχώρα µε που δεν καταλαβαίνω τι λένε τα computers και οι αριθµοί» µε εκφράζει. ∆εν τα πάω καλά µε τους υπολογιστές. Οι νέοι, όµως, σήµερα είναι όλοι µε έναν υπολογιστή στο χέρι. Και ίσως και να καταλαβαίνουν καλύτερα τι λένε αυτά τα µηχανήµατα. Από την άλλη, πάντα θα γράφονται οι στίχοι που θα εκφράσουν δύο παιδιά που ερωτεύονται για πρώτη φορά σήµερα. Μαζί µε το πρώτο φιλί γι’ αυτούς θα ξαναγεννιέται και το πρώτο τραγούδι.
Info
Φιλολογικός Σύλλογος «Παρνασσός», πλατεία Αγίου Γεωργίου Καρύτση 8 (τηλ.: 2103221917). Εισιτήρια από 15 ευρώ.
Η βία των γυναικών μια επιδημία που δεν τελειώνει: Πάνω από 16.000 έπεσαν θύματα το 2024 - Θύτες οι σύζυγοι
Ισραήλ: Τι περιλαμβάνει η συμφωνία για κατάπαυση πυρός με τον Λίβανο – Πότε θα εγκριθεί
Φωτιά σε μπαρ στο Παγκράτι: Σοκαριστικές μαρτυρίες και αναφορές για ποδοπατήματα
Η Κιμ Καρντάσιαν προκαλεί ξανά με ημίγυμνη εμφάνιση και ένα σταυρό - Δείτε φωτογραφίες
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr