Πλήθος εγγράφων, γραπτές διαμαρτυρίες ακόμη και εγκλήσεις σε βάρος των υπευθύνων χρειάστηκαν να κατατεθούν στις αρμόδιες Υπηρεσίες μέχρι να αρχίσει να αλλάζει η όψη του Δικαστικού Μεγάρου Ηγουμενίτσας. Όπως αποτύπωσε ο φωτογραφικός φακός του «Έθνους της Κυριακής» στην αυγή του 2019 στα δικαστήρια της Ηγουμενίτσας εργαζόμενοι και επισκέπτες έρχονται αντιμέτωποι με ταβάνια που στάζουν, σοβάδες που έχουν πέσει από την πολλή υγρασία και ολόκληρες αίθουσες που έχουν μετατραπεί σε τρώγλες. Σύμφωνα με έκθεση ειδικών που συντάχθηκε τον περασμένο Μάιο, από τον μακροσκοπικό έλεγχο παρατηρήθηκαν ίχνη υγρασίας στις πλάκες των ψευδοροφών με αποτέλεσμα τον πιθανό κίνδυνο πτώσης τους, αποκόλληση-ξεφλούδισμα του χρώματος στους περιμετρικούς τοίχους των γραφείων-αιθουσών, ύπαρξη μούχλας, αλλοίωση της ξύλινης επένδυσης όπως και διόγκωση του ξύλινου πατώματος στις δικαστικές αίθουσες, καθώς και μερική κατάρρευση του πατώματος σε αίθουσα του Μονομελούς Πλημμελειοδικείου. «Στο ύψος του πρώτου και δεύτερου ορόφου, η νότια πλευρά του αιθρίου που βρίσκεται αριστερά της βορινής εισόδου στο Δικαστικό Μέγαρο είναι ελεύθερη προς το εξωτερικό περιβάλλον και απροστάτευτη από τις καιρικές συνθήκες», αναφέρεται, μεταξύ άλλων, στην ίδια έκθεση. Ενδεικτικό της κατάστασης είναι το γεγονός ότι στους τοίχους του υπόγειου του κτιρίου τα ίχνη υγρασίας βρέθηκε ότι έφτασαν σε ύψος ενός μέτρου από το δάπεδο, ενώ διαπιστώθηκε παράλληλα ότι το δίκτυο απομάκρυνσης των ομβρίων είναι ελλιπές, υπάρχει εισροή υδάτων σε ηλεκτρονικούς πίνακες και γραμμές καλωδίων, καθώς και ότι τα συστήματα αδιάλειπτης τροφοδοσίας (UPS) και ανίχνευσης πυρός είναι χαλασμένα. «Τα παραπάνω είναι στοιχεία δηλωτικά επικινδυνότητας από άποψη υγιεινής, ασφάλειας κατά του πυρός, βραχυκυκλώματος και ηλεκτροπληξίας. Κρίνουμε λοιπόν με βάση τα παραπάνω ότι το προαναφερθέν κτίριο είναι επικίνδυνο από άποψη υγιεινής, ασφάλειας κατά του πυρός και κυκλοφορίας του κοινού στο εσωτερικό των χώρων», ανέφεραν χαρακτηριστικά οι συντάκτες της ίδιας έκθεσης. Στις 14 Δεκεμβρίου η Διεύθυνση Τεχνικών Υπηρεσιών και Δόμησης του Δήμου Ηγουμενίτσας απέστειλε αναφορά αξιόποινης πράξης προς τον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Θεσπρωτίας στην οποία αναφερόταν ότι «οι υπόχρεοι δεν συμμορφώθηκαν με τη σχετική έκθεση της Υπηρεσίας μας». Σε άλλο έγγραφο της συγκεκριμένης υπηρεσίας προς το Αστυνομικό Τμήμα Ηγουμενίτσας με την ίδια ημερομηνία οι συντάκτες σημείωναν ότι «προκειμένου να γίνει αποσόβηση του κινδύνου επιβάλλεται αναγκαστική και ολική αχρησία του Δικαστικού Μεγάρου Ηγουμενίτσας (...) ως μέτρο ασφαλείας για την απώλεια πρόκλησης απώλειας ζωής ή ατυχήματος». Και για τον λόγο αυτό ζητούσαν από τις αστυνομικές Αρχές να προβούν «άμεσα στις απαραίτητες ενέργειες για την εκκένωση του κτιρίου». Παρόλα αυτά, όπως καταγγέλλουν δικαστικοί λειτουργοί που επιθυμούν να διατηρήσουν την ανωνυμία τους, «τα δικαστήρια δεν έκλεισαν ούτε για μία ημέρα και εμείς έπρεπε να ασκήσουμε τα καθήκοντά μας κάτω από ένα μόνιμο καθεστώς φόβου, εκτιθέμενοι σε ανθυγιεινές συνθήκες που θα μπορούσαν σε περίπτωση ατυχήματος να αποβούν ακόμη και μοιραίες για την ίδια μας τη ζωή». «Έγινε άρση της επικινδυνότητας διότι διαπιστώθηκε ότι οι εργασίες έχουν γίνει στο 80%. Δεν έχουν ακόμη ολοκληρωθεί αλλά βρίσκονται σε εξέλιξη. Η Αστυνομία, βέβαια, δεν εκτέλεσε την εντολή που έδωσε η Πολεοδομία για να εκκενωθεί το κτίριο και τα δικαστήρια δεν έκλεισαν. Αυτό δεν είναι αρμοδιότητα, βέβαια, του δήμου και εμείς κάναμε ό,τι μπορούμε. Το σημαντικό είναι ότι μπορεί ακόμη να χρειάζεται πολλή δουλειά αλλά ήδη από τον Ιούνιο υπήρξε άρση της επικινδυνότητας που προκαλούνταν από τις αλλοιωμένες πλάκες των ψευδοροφών ορυκτών ινών», δηλώνει από την πλευρά του ο Δήμαρχος Ηγουμενίτσας, Ιώαννης Λώλος. «Είναι γεγονός ότι δεν είναι η εικόνα που θα έπρεπε να έχουν τα δικαστήρια. Η εξωτερική εικόνα, επίσης, παραπέμπει σε άλλες εποχές. Το θέμα είναι ότι αυτό το κτίριο έμπαζε, ήταν επικίνδυνο διότι πάρα πολλά δομικά συστατικά του ήταν χαλασμένα, οι μαρμάρινες πλάκες απ' έξω ήταν επικίνδυνες, το ίδιο και το κύκλωμα του ηλεκτροφωτισμού. Έμπαζε νερά από παντού και φυσικά δεν υπήρχε ούτε σύστημα πυρόσβεσης. Είχε πολλές γενικές ατέλειες, γεγονός που εγκυμονούσε κινδύνους όχι μόνο για τους εργαζόμενους αλλά και για όσους επισκέπτονταν το δικαστικό μέγαρο», συνεχίζει. «Η κατάσταση δεν είναι καλή εδώ και 15 χρόνια. Φτάσαμε στο παρά πέντε και με τη βοήθεια της Πολεοδομίας ήρθαν οι υπηρεσίες του Δήμου και η ανάδοχος εταιρεία και πλέον κάνουν αποκατάσταση των κακοτεχνιών που υπήρχαν από την αρχή», σημειώνει ο πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Θεσπρωτίας, Νίκος Μπέζας. «Τώρα είμαστε σε μία φάση όπου παντού γύρω μας υπάρχουν συνεργεία που αποκαθιστούν την εικόνα. Το κτίριο δεν είχε θέμα στατικότητας, αλλά κυρίως πυρασφάλειας και τα ζητήματα αυτά αποκαταστάθηκαν πριν από το τελεσίγραφο. Στην ουσία δόθηκε μία παράταση του επικινδύνου, ώστε να συνεχιστούν οι εργασίες με τα δικαστήρια να λειτουργούν. Πριν ξεκινήσουν οι εργασίες ήταν εξαιρετικά δύσκολο να κάνουμε την δουλειά μας, διότι το κτίριο έσταζε από παντού και είχε σοβαρά ζητήματα υγρομόνωσης», προσθέτει. Και καταλήγει: «Από το 2003 και έπειτα ως Σύλλογος συντάξαμε εκατοντάδες έγγραφα προκειμένου να αλλάξει αυτή η κατάσταση. Κατόπιν έντονης και πολυετούς πίεσης το ελληνικό Δημόσιο ασχολήθηκε μαζί μας και η όψη του Δικαστικού Μεγάρου Ηγουμενίτσας επιτέλους έχει αρχίσει να αλλάζει». Ακολουθήστε το ethnos.gr στο Instagram