Ο ήχος των κυμάτων της Σητείας μοιάζει ν' αντηχεί ακόμα μέσα της, να τυλίγει τις μνήμες της με το αλμυρό άγγιγμα της θάλασσας. Η Ελένη Καστάνη κουβαλά μέσα της, την Κρήτη σαν μια ανεξίτηλη σφραγίδα, μια πατρίδα που την καθόρισε και συνεχίζει να την καλεί κοντά της, όσο κι αν η ζωή την οδήγησε μακριά. Τα παιδικά της χρόνια, οι δρόμοι της επαρχιακής πόλης, το σπίτι με τη μοδίστρα μητέρα και τον πατέρα υπάλληλο του δήμου, οι κυρίες με τους κότσους που δοκίμαζαν ρούχα ραμμένα με μεράκι, οι μυρωδιές από τα παραδοσιακά φαγητά — όλα αυτά συνθέτουν το ψηφιδωτό μιας ζωής γεμάτης εικόνες, αρώματα και αισθήματα που δεν ξεθώριασαν ποτέ.
Η ηθοποιός που κάποτε ένιωσε ταχυπαλμία αντικρίζοντας το θέατρο για πρώτη φορά, πορεύτηκε στη ζωή με γνώμονα το πάθος και την ανάγκη για έκφραση. Δεν φοβήθηκε ποτέ να τσαλακώσει την εικόνα της, δεν δίστασε να πει «όχι» σε επιλογές που δεν της ταίριαζαν, και κάθε «ναι» της ήταν ένα βήμα πιο κοντά στη δική της αλήθεια. «Καριέρα» λέει, «δεν είναι μόνο οι δουλειές που κάνεις, αλλά και εκείνες που αρνείσαι». Κι αν η μεγαλούπολη κάποιες φορές την πνίγει, αν η θάλασσα της Σητείας τη φωνάζει πίσω, η Ελένη Καστάνη συνεχίζει να ζει και να δημιουργεί με το βλέμμα στραμμένο πάντα προς το επόμενο βήμα, την επόμενη αλλαγή, την επόμενη ευκαιρία να «ξαναγεννηθεί» μέσα από έναν καινούριο ρόλο.
Αυτόν τον χειμώνα, η Ελένη Καστάνη επιστρέφει στο θεατρικό σανίδι με την παράσταση «Η δεξιά, η αριστερά και ο κυρ-Παντελής» στο Μικρό Παλλάς, δίπλα στον Σταμάτη Φασουλή. Το έργο παρουσιάζει την πορεία μίας οικογένειας που από την απελευθέρωση περνάει στα Δεκεμβριανά και τελειώνει μετά τη συνθήκη της Βάρκιζας. Πρόκειται για μία ιστορική στιγμή που δεν είναι σίγουρο αν υπάρχει σε άλλη κωμωδία στο ελληνικό θέατρο. Είναι γεγονότα που έχουν ιδωθεί από πολλές γωνίες, αλλά ίσως για πρώτη φορά, τα βλέπουμε μέσα από το μάτι δύο κορυφαίων συγγραφέων, όπως είναι ο Αλέκος Σακελλάριος και ο Χρήστος Γιαννακόπουλος.
Η παράσταση καταπιάνεται με μια ταραγμένη περίοδο της ελληνικής ιστορίας. Νιώθετε ότι το έργο συνομιλεί και με το σήμερα;
Μ' έναν μαγικό τρόπο, ναι. Για να είμαι ειλικρινής, όταν μου πρότειναν το έργο, το διάβασα προσεκτικά. Η μοναδική μου αμφιβολία ήταν αν θα μπορούσε ν' αγγίξει τους νέους. Αναρωτήθηκα αν οι νέοι θα είχαν κάποια σύνδεση με το θέμα – ίσως μέσα από διηγήσεις γονιών ή άλλων μεγαλύτερων που έζησαν την εποχή. Ωστόσο, μέσα από τις πρόβες, διαπίστωσα πόσο τους ενδιαφέρει και τους συγκινεί. Επίσης, διδάσκει πολλά. Οι ταραγμένες περίοδοι, όπως η Κατοχή, αποτελούν ένα κοινό χαρακτηριστικό της ελληνικής ιστορίας. Αυτή η εσωτερική διαμάχη μεταξύ των Ελλήνων, που φαίνεται να ξεκινά από την αρχαιότητα, είναι ένα διαχρονικό μοτίβο. Στο έργο αυτό, λοιπόν, οι νέοι βρίσκουν νόημα και σύνδεση – ακόμα και αν δεν το περίμενα αρχικά.
Το κοινό συχνά έρχεται στο θέατρο για να ξεφύγει από την πραγματικότητα. Θεωρείτε ότι σε περιόδους πολιτικής αστάθειας η κωμωδία αποκτά έναν πιο ουσιαστικό ρόλο;
Αναμφίβολα. Το θέατρο, διαχρονικά, έχει λειτουργήσει ως καταφύγιο. Ακόμα και στην Κατοχή, ήταν ένας τρόπος για τον κόσμο να ξεφύγει από τις δυσκολίες της εποχής. Αυτό που μ' εντυπωσιάζει στο συγκεκριμένο έργο είναι η επιλογή των Σακελλάριου και Γιαννακόπουλου να μετατρέψουν ένα τόσο σοβαρό θέμα, όπως ο Εμφύλιος και τα Δεκεμβριανά, σε κωμωδία. Θεωρώ πως αυτό είναι το μεγάλο του πλεονέκτημα. Ο θεατής δεν περιμένει να γελάσει μ' ένα τέτοιο θέμα, αλλά το αποτέλεσμα είναι εκπληκτικό.
Προσωπικά, είχα την περιέργεια να δω αν θα μπορούσε ν' αγγίξει και νεότερες γενιές, όπως ο γιος μου, που είναι 25 ετών. Η αντίδρασή του ήταν ενθουσιώδης. Εντυπωσιάστηκε και το αγάπησε. Παρατήρησα, επίσης, ότι οι νέοι ηθοποιοί του θιάσου το υποδέχθηκαν μ' ενθουσιασμό, όπως και οι φίλοι τους. Στην αρχή είχα αμφιβολίες, γιατί σκέφτηκα πως η νέα γενιά ίσως να μην έχει καθαρή εικόνα από τις ιστορίες εκείνης της εποχής. Εγώ, για παράδειγμα, θυμάμαι διηγήσεις από την οικογένειά μου. Δηλαδή θυμάμαι τη γιαγιά μου να μου λέει ότι ο ένας της αδελφός σκοτώθηκε. Ή ιστορίες ότι ο ένας από τα παιδιά μπορεί να ήταν δεξιός και ο άλλος μπορεί να ήταν αριστερός. Το κλίμα αυτό μεταφέρεται στο έργο, μέσα από την κωμική ματιά των συγγραφέων.
Ο χαρακτήρας που υποδύεστε έχει κάποια χαρακτηριστικά που ταυτίζονται μ' εσάς στην πραγματική σας ζωή;
Δεν ξέρω τι είναι αυτό που μ' ενώνει με αυτές τις γυναίκες, τις αφελείς. Στη ζωή μου είμαι άνθρωπος της σκέψης, θεωρούμαι οξυδερκής. Όμως, παρ' όλα αυτά, υπάρχει κάτι που με συνδέει μαζί τους. Δεν ξέρω ακριβώς τι είναι, αλλά νιώθω πως υπάρχει ένα αόρατο νήμα που μας δένει. Ίσως γι’ αυτό όσες φορές έχω υποδυθεί τέτοιες ηρωίδες, το έχω κάνει με ιδιαίτερη επιτυχία. Βέβαια, αυτό που με ενώνει περισσότερο με αυτή τη γυναίκα είναι το μητρικό ένστικτο. Η αγάπη της για τα παιδιά της, η αστείρευτη ανάγκη της να τα δικαιολογεί, να τα προστατεύει, να τ' αγκαλιάζει όπως μπορεί. Ο Παντελής είναι εκείνος που ασχολείται με το ποιο είναι το «δεξί» και ποιο το «αριστερό». Για μένα, δεν υπάρχουν τέτοιες διακρίσεις.
Βέβαια, για εκείνη την εποχή, οι άντρες ήταν αυτοί που ασχολούνταν κυρίως με την πολιτική. Οι γυναίκες είχαν μικρότερο ρόλο, κάτι που αντικατοπτρίζεται και στο έργο.
Ο Σακελλάριος και ο Γιαννακόπουλος τοποθέτησαν τη γυναίκα στο περιθώριο των αποφάσεων, γιατί έτσι ήταν η κοινωνία τότε. Θυμάμαι στις πρόβες που έλεγα στον Σταμάτη: «Θα της επιρρίψουν ευθύνες, γιατί αν ήταν μια σύγχρονη μητέρα, θα είχε παρέμβει πολύ περισσότερο, θα είχε πάρει θέση». Όμως, αυτή τηρεί μια πιο παθητική στάση, αφήνοντας τον σύζυγό της να έχει τον πρώτο λόγο, όπως συνέβαινε εκείνη την εποχή. Αν το έργο γραφόταν σήμερα, η μητέρα θα είχε πιο ενεργό ρόλο, ακόμα κι αν διατηρούσε την αφέλειά της. Θα έπαιρνε μέρος στον καβγά των παιδιών, θα είχε λόγο στις αποφάσεις. Τότε όμως, η μητέρα ήταν εκεί για ν' αγαπά, να αγκαλιάζει, να δικαιολογεί. Το μητρικό ένστικτο ήταν πάντα πάνω απ’ όλα.
Στο έργο, τα δύο σας παιδιά είναι ενεργά πολιτικοποιημένα. Αυτό το πάθος, το βλέπετε σήμερα στους νέους;
Δυστυχώς, όχι. Αυτό έχει χαθεί. Η δική μου γενιά ήταν έντονα πολιτικοποιημένη, ειδικά όσοι ζήσαμε τη μεταπολίτευση. Ήταν κάτι που μας απασχολούσε βαθιά. Σήμερα, βλέπω ότι τα νέα παιδιά, όπως και ο γιος μου που είναι 25 χρονών, δεν ασχολούνται με την πολιτική. Εκείνος έχει μια άποψη, θα πάει να ψηφίσει, έχει θέση, αλλά δεν είναι ενεργά πολιτικοποιημένος, δεν συμμετέχει οργανωμένα. Πολλά παιδιά γύρω του αδιαφορούν εντελώς. Αυτό είναι σίγουρα ένα σημάδι των καιρών. Η δική μας γενιά είχε όνειρα, φιλοδοξίες. Θέλαμε να σπουδάσουμε, να πετύχουμε επαγγελματικά, να δημιουργήσουμε οικογένεια, αλλά και να συμμετέχουμε στα κοινά. Ειδικά εμείς οι γυναίκες, θέλαμε να έχουμε άποψη, να έχουμε ρόλο ισότιμο με τους άντρες. Ζούσαμε μ' έντονα οράματα. Σήμερα, δυστυχώς, αυτό έχει αντικατασταθεί από το κυνήγι του χρήματος. Η τεχνολογία έχει αποξενώσει τους νέους, τους έχει κάνει πιο μοναχικούς.
Τι άλλαξε από τη γενιά σας μέχρι σήμερα και χάθηκε αυτό το όραμα;
Όταν γέννησα τον γιο μου πριν από 25 χρόνια, μ' εντυπωσίασε το πόσο εύκολα χειριζόταν το τηλεκοντρόλ και τα πρώτα PlayStation. Αυτή η νέα τεχνολογία ήταν γι’ αυτούς κάτι φυσικό, λες και το είχαν στο DNA τους. Εμείς, αντίθετα, μεγαλώσαμε αλλιώς. Δεν έχουμε σχέση με τα social media. Δεν έχω ούτε Facebook, ούτε Instagram, ούτε τίποτα. Μόνο διαβάζω ειδήσεις στο ίντερνετ, τίποτα παραπάνω. Η γενιά μας έπρεπε να συναντιέται, να μιλάει, να συμμετέχει σε ομάδες, σε συζητήσεις. Ήμασταν κοινωνικοποιημένοι. Σπουδάζαμε μαζί, ανταλλάσσαμε απόψεις. Εγώ σπούδασα στο πανεπιστήμιο πριν πάω στη δραματική σχολή και έζησα έντονα αυτή τη συναναστροφή. Σήμερα, όμως, τα παιδιά είναι πιο απομονωμένα. Ο γιος μου, για παράδειγμα, σπούδαζε στην Αγγλία και λόγω της πανδημίας του κορονοϊού πήρε το πτυχίο του ηλεκτρονικά, από το σπίτι, χωρίς να έχει άμεση επαφή με ανθρώπους. Οι εποχές έχουν αλλάξει, τα δεδομένα είναι διαφορετικά και η μοναξιά έχει γίνει αναπόφευκτο κομμάτι της ζωής τους.
Η ηρωίδα σας φοβάται τα όπλα και τις ενέσεις. Υπάρχει κάτι που σας τρομάζει;
Λυπάμαι, αλλά θα σας πω πως όχι. Είμαι από τους ανθρώπους που δεν φοβούνται τίποτα. Ούτε τώρα, ούτε στο παρελθόν, ούτε τον θάνατο. Τίποτα απολύτως.
Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι ήρθατε σ' επαφή με τον θάνατο από πολύ νωρίς;
Ναι, από πολύ μικρή ηλικία. Έχασα τον πατέρα μου, όταν ήμουν 12 χρονών και από τότε ο θάνατος δεν έφυγε ποτέ από τη ζωή μου. Έχασα την αδερφή μου, τον σύζυγό μου... Ήταν κάτι που έμαθα να το αντιμετωπίζω. Όταν πέθανε η αδερφή μου, το 2015, ένιωσα σαν να μην έφυγε ποτέ. Ο πατέρας μου και η αδερφή μου είναι θαμμένοι στη Σητεία, απ’ όπου κατάγομαι, και όταν πηγαίνω στο νεκροταφείο, νιώθω σαν να επισκέπτομαι το σπίτι τους. Πηγαίνω, καθαρίζω τον τάφο, μιλάω μαζί τους. Έχω εξοικειωθεί πλήρως με την ιδέα του θανάτου. Δεν με φοβίζει, δεν ελπίζω τίποτα, είμαι ελεύθερη (Γέλια).
Το έργο πραγματεύεται την έννοια της οικογένειας σε περιόδους κρίσης. Πιστεύετε ότι η ελληνική οικογένεια σήμερα έχει ξεπεράσει τις διχαστικές γραμμές του παρελθόντος;
Σήμερα υπάρχουν πολλές και διαφορετικές μορφές οικογένειας, τις οποίες οφείλουμε ν' αποδεχτούμε. Ζούμε σε μια εποχή που πρέπει ν' αναγνωρίζουμε και να σεβόμαστε τις μονογονεϊκές οικογένειες, τις οικογένειες με γονείς του ίδιου φύλου, όλα τα διαφορετικά σχήματα που συναντάμε γύρω μας. Δεν γίνεται, το 2025, να μένουμε προσκολλημένοι σε στερεότυπα και ν' αναπαράγουμε ξεπερασμένες αντιλήψεις. Για μένα, η οικογένεια είναι πάνω απ’ όλα φροντίδα και αγάπη. Δεν έχει σημασία ποιος είναι ποιος – σημασία έχει να υπάρχει ενότητα, αλληλεγγύη και στήριξη ανάμεσα στα μέλη της.
Η πρόσφατη εκλογή του Τραμπ έχει προκαλέσει έντονες αντιδράσεις παγκοσμίως. Πώς νιώθετε για αυτή την εξέλιξη;
Νιώθω έναν βαθύ προβληματισμό, σχεδόν τρόμο. Όλα μοιάζουν μ' ένα καλοστημένο θέατρο. Όταν παρακολουθούσα την ορκωμοσία του, έβλεπα εικόνες που έμοιαζαν σκηνοθετημένες. Η σύζυγός του, για παράδειγμα, μ' εκείνο το καπέλο που έκρυβε το βλέμμα της, έδινε την αίσθηση ότι παρακολουθούμε μια παράσταση και όχι μια πραγματικότητα. Όλα φαίνονταν τόσο αποστασιοποιημένα, τόσο ψυχρά, τόσο ξένα. Και αναρωτιέμαι: πού πάμε; Παρόλα αυτά, δεν θέλω να είμαι απαισιόδοξη. Πιστεύω στους νέους ανθρώπους. Πάντα πίστευα ότι η νέα γενιά έχει τη δύναμη να φέρει αλλαγές. Γι’ αυτό και προσπαθώ, όσο μπορώ, να είμαι δίπλα τους, να τους στηρίζω. Δεν μου αρέσει να κατακρίνω τους νέους, όπως κάνουν πολλοί. Αντίθετα, τους θαυμάζω. Τα παιδιά που φεύγουν στο εξωτερικό αποδεικνύουν τις δυνατότητές τους και διαπρέπουν. Είμαι αισιόδοξος άνθρωπος και πιστεύω ότι, παρά τις δυσκολίες, οι νέοι θα βρουν το δικό τους όραμα, τη δική τους πορεία. Το ποτήρι το βλέπω πάντα μισογεμάτο, ποτέ μισοάδειο.
Πώς είναι η συνεργασία σας με τον κ. Φασουλή και τι θαυμάζετε περισσότερο σε εκείνον;
Ο Σταμάτης Φασουλής ήταν πάντα για μένα ένα σημείο αναφοράς. Τον παρακολουθούσα από τα χρόνια της «Ελεύθερης Σκηνής» και ονειρευόμουν να συνεργαστώ μαζί του. Εκείνος και η γενιά του έφεραν μια πραγματική επανάσταση στην κωμωδία και την επιθεώρηση. Ήμουν τότε φοιτήτρια και τους θαύμαζα απεριόριστα. Το να βρίσκομαι σήμερα δίπλα του είναι μεγάλη μου τιμή. Πολλοί μου λένε πόσο ταιριάζουμε σκηνικά, και πράγματι, νιώθω ότι έχουμε μια ιδιαίτερη χημεία. Μου το λέει και ο ίδιος, και το εισπράττω κι εγώ. Αλλά πέρα από τον θαυμασμό, νιώθω και μια βαθιά αγάπη και εκτίμηση για τον Σταμάτη ως άνθρωπο.
Τι σημαίνει για εσάς η έννοια της ελευθερίας; Πιστεύετε ότι σήμερα οι άνθρωποι είναι πραγματικά ελεύθεροι να εκφράζονται ή υπάρχουν περιορισμοί;
Δυστυχώς, πιστεύω πως είμαστε δέσμιοι. Είμαστε εγκλωβισμένοι στον δυτικό πολιτισμό και τον καταναλωτισμό, που καθορίζουν σε μεγάλο βαθμό τις ζωές μας. Για μένα, η αληθινή ελευθερία βρίσκεται στη φύση. Οι άνθρωποι που ζουν στην επαρχία είναι, νομίζω, πολύ πιο ελεύθεροι από εμάς στις μεγάλες πόλεις. Ίσως αυτή η σκέψη να προέρχεται από το γεγονός ότι μεγάλωσα στη Σητεία μέχρι τα γυμνασιακά μου χρόνια. Μετά ήρθα στην Αθήνα για το λύκειο, αλλά μέσα μου η ελευθερία είναι συνδεδεμένη με την πατρίδα μου. Ονειρεύομαι κάποια στιγμή να επιστρέψω εκεί, να περάσω τα γεράματά μου δίπλα στη θάλασσα και στη φύση – αν με αφήσει ο Σταμάτης ήσυχη! Για μένα, η ελευθερία είναι να ζει κανείς κοντά στη φύση, μακριά από την πίεση και τον θόρυβο της πόλης.
Η επιθυμία σας για επιστροφή στη Σητεία οφείλεται καθαρά στην αγάπη σας για τη φύση ή πιστεύετε ότι μεγαλώνοντας επιστρέφουμε στις ρίζες μας επειδή το έχουμε ανάγκη;
Σίγουρα, μεγαλώνοντας νιώθουμε την ανάγκη να επιστρέψουμε στις ρίζες μας. Υπάρχει ένα αόρατο νήμα που μας συνδέει με τον τόπο καταγωγής μας, με τα πρώτα χρόνια της ζωής μας. Όταν βρίσκομαι στη σκηνή και στο φινάλε του έργου μιλάμε για το πού κατέληξε ο καθένας από τους χαρακτήρες, πάντα μου έρχονται εικόνες από την παιδική μου ηλικία. Τα τραγούδια, οι μυρωδιές, οι αναμνήσεις εκείνης της εποχής ξυπνούν μέσα μου. Δεν είμαι πια νέα – και δεν έχω πρόβλημα να το πω. Η σκέψη, όμως, πως θα μπορούσα να ξαναβρεθώ εκεί όπου μεγάλωσα, δίπλα στη θάλασσα που αγαπώ, με γεμίζει χαρά. Το σπίτι μου απέχει μόλις δέκα λεπτά με τα πόδια από τη θάλασσα, και μου λείπει αυτή η καθημερινή επαφή μαζί της.
Εχετε αντιμετωπίσει ποτέ αρνητικές αντιδράσεις ή «cancel culture» λόγω κάποιου σχολίου ή θέσης που εκφράσατε;
Ελάχιστες φορές, για να είμαι ειλικρινής. Ίσως μία-δύο φορές σε όλη μου την καριέρα, και μάλιστα οι αντιδράσεις αυτές ήταν αβάσιμες και υποβολιμαίες. Υπάρχουν άνθρωποι που δεν διστάζουν να διαδώσουν ψέματα, γιατί για εκείνους το ψέμα δεν έχει κανένα κόστος. Η μία φορά που με στεναχώρησε ιδιαίτερα ήταν κατά την περίοδο του κινήματος #MeToo. Παρότι δεχόμουν έντονες πιέσεις από δημοσιογράφους να τοποθετηθώ δημόσια, προτίμησα να μείνω σιωπηλή. Μου πρότειναν ακόμα και να προσφύγω στη δικαιοσύνη, όμως η απάντησή μου ήταν ξεκάθαρη: «Στο δικαστήριο πηγαίνουν όσοι έχουν κάνει κάτι».
Πίστευα –και πιστεύω– ότι ο χρόνος είναι ο καλύτερος κριτής. Όταν κατηγορείσαι για κάτι που υποτίθεται ότι συνέβη παρουσία τριάντα ατόμων σε μια παράσταση, γιατί κανένας άλλος δεν επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς αυτούς; Επέλεξα, λοιπόν, ν' αφήσω τον χρόνο να μιλήσει, χωρίς να δώσω μεγαλύτερη αξία σε ψευδείς κατηγορίες. Κάποιες φορές, η σιωπή είναι πιο δυνατή από οποιαδήποτε αντίδραση. Και τελικά, το πέρασμα του χρόνου με δικαίωσε.
Τι εύχεστε για το 2025;
Συγχωρέστε με, αλλά η ευχή μου είναι απλή και κοινότυπη. Εύχομαι να έχουμε όλοι την υγεία μας. Τίποτα δεν είναι πιο σημαντικό. Ζούμε σ' έναν κόσμο γεμάτο ανατροπές, ακούμε καθημερινά τόσα τρομακτικά πράγματα, οπότε πάνω απ’ όλα εύχομαι να είμαστε υγιείς. Αν έχεις την υγεία σου, όλα είναι εφικτά—η ευτυχία, τα όνειρα, ακόμα και τα χρήματα. Όλα ξεκινούν από εκεί.