Εντίθ Πιαφ: Η τραγουδίστρια που ερωτεύτηκε τον Χορν και παντρεύτηκε τον Τεό Σαγαπό
Σαν σήμερα, 19 Δεκεμβρίου του 1915, γεννήθηκε η Γαλλίδα τραγουδίστρια και ηθοποιός, Εντίθ Πιαφ🕛 χρόνος ανάγνωσης: 7 λεπτά ┋
Η Εντίθ Πιάφ είναι μία γυναίκα που μας δίδαξε πως όσο και να πονέσουμε, όσα κι αν χάσουμε κατά τη διάρκεια της ζωής μας, δεν πρέπει να το βάλουμε κάτω και να παραιτηθούμε, γιατί η παραίτηση ισοδυναμεί με θάνατο. Και παρά τον τόσο πόνο, η ζωή μπορεί να είναι ρόδινη σαν τριαντάφυλλο.
Γεννήθηκε ως Εντίθ Τζιοβάνα Γκασιόν στο Μπέλεβιλ του Παρισιού και πήρε το όνομα της από τη Βρετανή νοσοκόμα Εντίθ Καβέλ που εκτελέστηκε κατά την διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου επειδή βοηθούσε στρατιώτες να διαφύγουν των Γερμανών. Η μητέρα της, Ανέτ Τζιοβάνα Μελάρντ ήταν μία μέτρια λυρική τραγουδίστρια σε καφέ και ο πατέρας της, Λουίς Αλφόνς Γκασιόν ήταν πλανόδιος ακροβάτης. Εγκατέλειψαν αμφότεροι τη μικρή τους κόρη, η οποία μεγάλωσε με τη γιαγιά της, ιδιοκτήτρια οίκου ανοχής στο Μπερνέ της Νορμανδίας. Σε ηλικία οκτώ ετών, η Εντίθ Πιαφ τυφλώνεται εξαιτίας εγκεφαλικής πάθησης. Μετά από μερικά χρόνια, όμως, θεραπεύεται χωρίς τη βοήθεια γιατρού και η όρασή της επανέρχεται.
Στα εφηβικά της χρόνια, την πήρε κοντά του σε περιοδεία ο πατέρας της, που τότε εργαζόταν ως ακροβάτης στο τσίρκο Ciotti, και την έβαζε να τραγουδάει για να συμπληρώνει το «νούμερό» του. Σε ηλικία 15 ετών, αφήνει τον πατέρα της και επιστρέφει στο Παρίσι για να κυνηγήσει το όνειρό της. Αν και ο πατέρας της ήθελε να την κάνει ακροβάτη, γρήγορα κατάλαβε πως η κόρη του είχε «όλο το ταλέντο στο λαιμό και καθόλου στο κορμί», όπως χαρακτηριστικά έλεγε ο ίδιος.
Το 1932, ερωτεύτηκε τον Λουί Ντιπόν, με τον οποίο απέκτησε μία κόρη, τη Μαρσέλ. O Ντιπόν απαίτησε από την Πιάφ να εγκαταλείψει το τραγούδι και να βρει μια κανονική δουλειά. Οι καυγάδες ήταν συχνοί για το θέμα αυτό, με αποτέλεσμα γρήγορα οι δυο τους να τραβήξουν διαφορετικούς δρόμους.
Η μικρή Μαρσέλ έζησε με τη μητέρα της, η οποία συχνά την άφηνε μόνη της, λόγω της δουλειάς της. Χωρίς ουσιαστική μητρική φροντίδα, η μικρή Μαρσέλ έφυγε γρήγορα από τη ζωή, σε ηλικία δύο χρονών. Η Πιάφ ήταν τόσο φτωχή τότε, που αρκετοί κακεντρεχείς είπαν ότι κοιμόταν με διαφορετικούς άνδρες την ίδια μέρα, ώστε να μαζέψει χρήματα για να θάψει την κόρη της.
Εκείνη την περίοδο, συνεχίζει να τραγουδά στους δρόμους της Πιγκάλ, όπου και γνωρίζει τον Λουί Λεπλέ, διευθυντής του πιο κομψού καμπαρέ στα Ηλύσια Πεδία και της έδωσε την πρώτη της δουλειά σε νυχτερινό κέντρο. Ο ίδιος την παρότρυνε να μετονομασθεί σε «Πιάφ», που στην παρισινή αργκό σημαίνει σπουργίτι. Της άλλαξε την εμφάνιση και της αγόρασε νέα ρούχα. Το μόνο που ο Λεπλέ δε θέλησε να πειράξει καθόλου, ήταν ο τρόπος που τραγουδούσε.
Στην αρχή, η Πιαφ αντιμετωπίστηκε αδιάφορα από το κοινό, αλλά αργότερα τους κέρδισε με τη θαυμάσια, ζεστή φωνή της, και στο τέλος κάθε παράστασης, εισέπραττε το ειλικρινές και γεμάτο θαυμασμό χειροκρότημά τους. Η επιτυχία της ήταν τόσο μεγάλη που την ίδια χρονιά έκανε δύο δίσκους.
Την άνοιξη του 1936, ο Λεπλέ δολοφονήθηκε και τότε οι έρευνες των αρχών στράφηκαν προς την ίδια για συνεργία στο έγκλημα. Ήταν τότε που η μεγάλη τραγουδίστρια ανέλαβε να φτιάξει την εικόνα της. Υιοθέτησε το όνομα Εντίθ Πιάφ μόνιμα πλέον και ερμήνευε τραγούδια που εξιδανίκευαν τη ζωή της στους δρόμους, τονίζοντας το πάθος και την εσωτερική της δύναμη. Το απλό, μα δραματικό της ύφος και η βραχνή, τρυφερή φωνή, την έκαναν παγκόσμια αγαπητή.
Στις 18 Σεπτεμβρίου 1946, η Πιάφ εμφανίστηκε στην Αθήνα, στο «Θέατρο Κοτοπούλη». Κατά τη διάρκεια της παραμονής της στην ελληνική πρωτεύουσα, η 31χρονη τότε Γαλλίδα τραγουδίστρια θα γνωρίσει τον 25χρονο Δημήτρη Χορν και θα τον ερωτευτεί σφοδρά, χωρίς όμως ανταπόκριση. «Σ’ αγαπώ όπως δεν αγάπησα ποτέ κανέναν, Τάκη, μη μου πληγώσεις την καρδιά», έγραψε σε επιστολή της προς τον Έλληνα ηθοποιό.
Στη συνέχεια, θα ερωτευτεί τον πυγμάχο Μαρσέλ Σερντάν και η σχέση τους θα απασχολήσει τα πρωτοσέλιδα του τύπου. Για κακή της τύχη, ο Σερντάν θα σκοτωθεί σε αεροπορικό δυστύχημα, τον Οκτώβριο του 1949. Το γεγονός αυτό θα την βυθίζει σε μια αξεπέραστη για το υπόλοιπο του βίου της, κατάθλιψη. Το 1951, έχει δύο σοβαρά τροχαία, ενώ μετά το δεύτερο οι γιατροί της δίνουν για καιρό μορφίνη, στην οποία εθίζεται. Η Πιάφ την ανακατεύει μαζί με αλκοόλ, χειροτερεύοντας έτσι την ήδη κακή κατάσταση της υγείας της.
Σ’ ένα κονσέρτο στη Στοκχόλμη, στα τέλη της δεκαετίας του ’50, καταρρέει επάνω στην πίστα και η διάγνωση των γιατρών είναι ανίατος καρκίνος. Η ίδια συνεχίζει τις περιοδείες της και μάλιστα το 1960 τραγουδάει με επιτυχία το «Non Je Ne Regrette Rien» (Όχι, δεν μετανιώνω για τίποτα) του Σαρλ Ντυμόν. Μαζί της έχει μια νοσοκόμα που της χορηγεί μορφίνη για τους πόνους. Στο κομοδίνο δίπλα από το κρεβάτι της έχει πάντα την εικόνα της Αγίας Θηρεσίας, τη Βίβλο κι ένα βιβλίο με τη Θεωρία της Σχετικότητας.
Tον Οκτώβριο του 1962, παντρεύεται τον 26χρονο Θεοφάνη Λαμπουκά, που η ίδια τον βαπτίζει Τεό Σαγαπό. Το ζευγάρι έμεινε παντρεμένο μόνο ένα χρόνο.
Η Πιαφ σβήνει την ίδια μέρα με τον φίλο της, Ζαν Κοκτώ, στις 11 Οκτωβρίου του 1963, από κίρρωση. Ο αρχιεπίσκοπος του Παρισιού αρνήθηκε να την κηδέψει λόγω της «αμετανόητης και αμαρτωλής ζωής της». Τελικά, την έθαψαν στο παρισινό κοιμητήριο Περ Λασέζ, δίπλα στον τάφο της κόρης της, ενώ στην κηδεία της παρευρέθηκαν πάνω από 100.000 άνθρωποι.
Πενήντα χρόνια μετά τον θάνατό της, η Ρωμαιοκαθολική εκκλησία έκανε θρησκευτική λειτουργία για εκείνη στο ναό St. Jean - Baptiste στην περιοχή Μπελβίλ, όπου γεννήθηκε και βαπτίστηκε. Το όνομά της αναγράφεται στον τάφο ως «Madame Laboukas dite Edith Piaf», ενώ εκεί, κάποιοι αφήνουν κάθε μέρα φρέσκα λουλούδια.
Το αγαπημένο της τραγούδι ήταν το «À quoi ça sert l'amour» (Αυτοί που αγαπήθηκαν). Είναι ένα από τα τελευταία τραγούδια που ερμήνευσε, ένα ντουέτο με τον αγαπημένο της Τεό. Στην ουσία αναρωτιούνται σε τι χρησιμεύει η αγάπη, αφού συχνά σε στεναχωρεί και σε κάνει να κλαις. Αλλά η αγάπη όπως λέει εύστοχα η Πιαφ στο τραγούδι είναι κάτι ανεξήγητο, κάτι λυπητερό και παράλληλα υπέροχο. Ακόμη και όταν χωρίσεις η αγάπη είναι παντοτινή. Ο Τεό, όμως, της απαντά ότι όταν χωρίσεις σου μένει ένα τεράστιο κενό λύπης και αυτή του απαντά ότι μπορεί τώρα να στεναχωριέσαι, αλλά αύριο όλα θα είναι μια ανάμνηση χαράς.
Σήμερα, το άστρο της συνεχίζει να εμπνέει νεότερους καλλιτέχνες σε διαφορετικές μορφές τέχνης. Γνωστότερη περίπτωση είναι η κινηματογραφική βιογραφία της με τίτλο «Ζωή σαν τριαντάφυλλο» (2006), η οποία χάρισε στη Μαριόν Κοτιγιάρ το Όσκαρ Α΄ γυναικείου ρόλου.
Συνελήφθη η Ειρήνη Μουρτζούκου - Πήγε στο ΑΤ για να καταθέσει μήνυση κατά του Κουσουλού
Τέλος εποχής για τον ΣΥΡΙΖΑ και λίγα... αλλά καλά προνόμια για το ΠΑΣΟΚ - Πώς αλλάζει το πολιτικό τοπίο
Τραγωδία στη Θεσσαλονίκη: Νεκρό 10χρονο παιδί - Κατέρρευσε σε εμπορικό κέντρο
Μανούσος Μανουσάκης: Ο καλλιτεχνικός κόσμος αποχαιρετά τον σπουδαίο σκηνοθέτη
Live όλες οι εξελίξεις λεπτό προς λεπτό, με την υπογραφή του www.ethnos.gr