article background image

Μετά τη μεγάλη επιτυχία του «Κωλόκαιρου», μιας από τις πιο πολυσυζητημένες παραστάσεις των τελευταίων ετών, ο Γιώργος Παλούμπης και ο Αντώνης Τσιοτσιόπουλος συνεχίζουν τη δημιουργική τους πορεία μ' ένα νέο, φιλόδοξο εγχείρημα. Αντλώντας έμπνευση από την κοινωνικοπολιτική πραγματικότητα της Ελλάδας στα τέλη της δεκαετίας του ’70, μεταφέρουν στη σκηνή του θεάτρου Χώρα το «Ανεξάρτητα Κράτη»—ένα δημοσιογραφικό δράμα με τον ωμό ρεαλισμό, τη σκληρή γλώσσα και το αιχμηρό χιούμορ που χαρακτηρίζουν τη δουλειά τους.

Η παράσταση φέρνει στο προσκήνιο την αληθινή, όσο και αμφιλεγόμενη, υπόθεση του γιατρού Βασίλη Τσιρώνη, ο οποίος, μετά από πολύμηνη πολιορκία, κήρυξε το διαμέρισμά του «Ανεξάρτητο Κράτος» και βρήκε τραγικό θάνατο υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες. Στην καρδιά της ιστορίας, όμως, βρίσκονται οι άνθρωποι πίσω από τις ειδήσεις—οι δημοσιογράφοι που καλύπτουν την υπόθεση και έρχονται αντιμέτωποι με ηθικά διλήμματα, σκοτεινά πολιτικά παιχνίδια και τις σκληρές ισορροπίες εξουσίας μέσα σ' έναν ανδροκρατούμενο χώρο.

Με αφορμή την παράσταση, συζητήσαμε με τον Στέλιο Δημόπουλο και τη Βασιλική Διαλυνά για την πολιτική διάσταση του έργου, την επίκαιρη θεματολογία του και τη δυναμική της δημοσιογραφίας τότε και τώρα.

Η ιδέα του «Ανεξάρτητου Κράτους» στη σκηνή λειτουργεί σαν μια πράξη αντίστασης ή σαν μια εσωτερική φυγή; Πιστεύετε ότι σήμερα οι άνθρωποι αναζητούν περισσότερο την ελευθερία ή την απομόνωση;

Στέλιος Δημόπουλος: Για μένα η Μαρία Θεοφίλου αντιστέκεται. Δεν υπεκφεύγει. Αλλά αυτή είναι η δική μου ανάγνωση για το έργο ως θεατής. Κατά πόσο μπορώ να είμαι αντικειμενικός θεατής βέβαια ενώ συμμετέχω σε κάτι είναι μια άλλη κουβέντα. Η Μαρία δε λακίζει. Η Μαρία στήνει κάστρο μέσα στο μπουρδέλο και πέφτει στο σπαθί. Οι άνθρωποι σήμερα αποφεύγουν τη μάχη. Αποφεύγουν το διαξιφισμό και επιλέγουν πιο εύκολα την απομόνωση παρά την ελευθερία. Η ελευθερία τόσο η κοινωνική όσο και η προσωπική, θέλει τεράστια εσωτερική και εξωτερική δύναμη για να επιτευχθεί και γι’αυτο ενώ πολλοί φλερτάρουν με τη λέξη λίγοι στην πραγματικότητα καταφέρουν να την πραγματώσουν.

Σε μια εποχή που η πληροφορία καταναλώνεται γρήγορα και επιφανειακά, πόσο δύσκολο είναι ν' αναζητήσει κανείς την αλήθεια σε προσωπικό και κοινωνικό επίπεδο;

Σ. Δ.: Όποιος θέλει ν' αναζητήσει την αλήθεια, αναζητά και βρίσκει την αλήθεια. Όποιος αναζητά μια καφενειακή ταυτότητα για να μπορεί να έκφραση γνώμη στα πλαίσια ενός κύκλου, κοπιάρει. Ο μέσος άνθρωπος κατά την γνώμη μου δε διαβάζει. Κυριολεκτικά. Δε διαβάζει βιβλία. Συλλεγεί πληροφορίες μέσω φορητών μηχανών κινουμένης αλγοριθμικής προπαγάνδας έχοντας την ψευδαίσθηση της γνώσης. Αυτό, λοιπόν, βολεύει πολλούς. Βολεύει το πλουτοκρατικό 2% η μετατροπή του ανθρώπου σε πνευματικό τρωγλοδύτη.

Το έργο θέτει το ερώτημα της αλήθειας απέναντι σ' έναν ισχυρό κρατικό μηχανισμό. Σε προσωπικό επίπεδο, πόσο εύκολο είναι να μείνει κανείς πιστός στις αρχές του, όταν τα «τείχη» φαίνονται ανυπέρβλητα;

Βασιλική Διαλυνά: Οι σύγχρονοι καλλιτέχνες προσπαθούν να διασώσουν τους εαυτούς τους όπως ακριβώς ο σύγχρονος άνθρωπος στην σύγχρονη κοινωνία. Έχω απενοχοποιηθεί πλέον από την σκέψη της ιδέας ενός καλλιτέχνη που φέρει ευθύνη. Θέλω να πω πως ναι, την κουβαλάω και προσπαθώ να «ρίξω γροθιά» όχι σε τοίχο αλλά στη φαιά ουσία κυρίως στη δική μου. Έχω ευθύνη για τον εαυτό μου πρωτίστως να «ξυπνήσω» και στην τελική, ο κόσμος που ζούμε καταστρέφεται κάθε μέρα με ποικίλους τρόπους, δεν θέλω να υποχρεώσω κανέναν να υποστεί περισσότερο μαρασμό από όσο χρειάζεται. Αν θέλει το κοινό να ξαποστάσει από τη βαρβαρότητα είναι θεμιτό και είναι αναφαίρετο δικαίωμα και ανάγκη μεγάλη και οι καλλιτέχνες μπορούμε να προσφέρουμε και αυτό. Μπορούμε να προσφέρουμε και το «άλλο». Θεωρώ δηλαδή πως τη «γροθιά» θα την πάθεις όπως και να 'χει, είτε ζούμε στην πραγματική πραγματικότητα είτε κάνουμε αποδράσεις προς το ονειρικό -ό,τι και να σημαίνει αυτό για τον καθένα. Πάντως κάποτε, κάπου επιστρέφεις. Και ο καλλιτέχνης θα είναι εδώ για να σε επαναφέρει ομαλά να αφήσεις την κλειδαρότρυπα και να ανοίξεις την πόρτα στο "άλλο" που είναι το αυτό, το πραγματικό. Αυτή την ευθύνη μου αρέσει να την έχω.

Τα «Ανεξάρτητα Κράτη» είναι μια θεατρική παραγωγή του Θεάτρου Του Νέου Κόσμου και οι ηθοποιοί αναλαμβάνουν, μέσα από τους χαρακτήρες που ερμηνεύουν, να  αναδείξουν το θέμα της ανεξαρτησία και της προσωπικής ελευθερίας μέσα σε αδιέξοδες κοινωνικές συνθήκες (Copyright: Ελίνα Γιουνανλή)

Σ. Δ.: Το να παραμείνεις πιστός στον αξιακό σου κώδικα είναι δύσκολο. Πάντα ήταν και γι’ αυτό η εκποίηση προσωπικών πεποιθήσεων υπήρξε πάντα αντικείμενο μελέτης σε όλες τα κοινωνίες και υπήρξε κεντρικός τόπος στα κλασσικά/μεγάλα έργα (βλέπε Μακμπέθ). Ο άνθρωπος όσο μεγαλώνει μεταλλάσσεται και κάποιες φορές η μετάλλαξη βγάζει πεταλούδα και άλλες φορές σκουλήκι. Τα πράγματα ήταν πάντα δύσκολα και πάντα θα είναι δύσκολα γιατί ο άνθρωπος μάχεται ανώτερες από τα κυβικά του δυνάμεις. Όσο λοιπόν η αξιακή ταυτότητα του μέσου ανθρώπου διαμορφώνεται υπό τους όρους του καπιταλισμού τα πράγματα θα γίνονται όλο και χειρότερα.

Πιστεύετε πως οι σύγχρονοι καλλιτέχνες έχουν ευθύνη να «χτυπούν γροθιές στον τοίχο» ή τελικά το κοινό προτιμά τη φυγή μέσα από την τέχνη;

Σ. Δ.: Αυτό που έχω εγώ στο μυαλό μου ως καλλιτέχνης είναι ένα ον φύσει πολιτικό. Ένα ον που έχει χρέος και ευθύνη. Ο καλλιτέχνης είναι πάντοτε αντιστασιακός, είναι πάντα με την πλευρά του αδυνάμου, είναι πάντα με τον άνθρωπο, είναι πάντοτε κατά της ανομίας και πάντα μα πάντα δαγκώνει. Αν ο καλλιτέχνης δε δαγκώνει, δεν έχει νύχια και διαρκώς φοβάται μη σπάσουν τα αυγά για μένα δεν είναι καλλιτέχνης. Ο καλλιτέχνης εμπεριέχει και κυοφορεί την έννοια της αντίστασης απέναντι στο σύστημα. Το όποιο σύστημα. Από τη στιγμή λοιπόν που στοχεύει στην πνευματική επαγρύπνηση τόσο τη δική του και των θεατών (εγώ τουλάχιστον εκεί στοχεύω) έχει ευθύνη ναι και μάλιστα μεγάλη.

Το έργο φέρνει στο επίκεντρο τον ρόλο της γυναίκας σ' ένα σκληρό, ανδροκρατούμενο περιβάλλον. Πώς βλέπετε την εξέλιξη της γυναικείας φωνής σήμερα, τόσο στην κοινωνία όσο και στον χώρο του θεάτρου;

Β. Δ.: Θα μιλούσαμε για πραγματική εξέλιξη αν δεν χρειαζόταν καν να διατυπωθεί μια τέτοιου είδους ερώτηση. Δεν θα απαντήσω λοιπόν για μια ακόμη φορά πώς είναι να υπάρχω ως γυναίκα στη δουλειά και στον κόσμο, αντ' αυτού θα τροποποιήσω το ερώτημα. Πώς θα φαινόταν αν ρωτούσα «πώς βλέπετε την εξέλιξη της ανδρικής φωνής σήμερα»; Αν η ερώτηση σάς φαίνεται άτοπη, ορθώς συμβαίνει. Είναι γιατί δεν χρειάστηκε ποτέ να διαφοροποιηθεί/ξεχωρίσει ο άνδρας ως προς το γένος. Άρα δεν θα υπήρχε και το ανάλογο ερώτημα. Άρα, το γεγονός ότι υπάρχει -ακόμα- για την υπόλοιπη μισή μερίδα του πληθυσμού μάλλον σημαίνει ότι δεν έχει εξελιχθεί και πολύ το πράγμα...

Στην παράσταση, η εφημερίδα είναι το σημείο όπου συγκρούονται η αλήθεια και η προπαγάνδα. Πιστεύετε ότι το σύγχρονο κοινό έχει πια τα «εργαλεία» να διακρίνει το ψέμα από την αλήθεια;

Σ. Δ.: Θα ήθελα να πω ναι, αλλά δεν το πιστεύω. Όσο το κοινό περνάει οκτώ ώρες τη μέρα βλέποντας συνταγές με τρία υλικά που δε θα μαγειρέψει ποτέ, γάτες να τραγουδάνε και σιντριβάνια να βγάζουν σοκολάτα στην πραγματικότητα γυρνάμε ως πολιτισμός στο νηπιαγωγείο μην ξέροντας τι μας γίνεται όλο και περισσότερο.

Τα πρόσωπα και οι καταστάσεις του έργου είναι προϊόν μυθοπλασίας και ίσως δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Η παράσταση παίζεται κάθε Δευτέρα και Τρίτη στις 21:00 (Copyright: Ελίνα Γιουνανλή)

Τι σας έλκυσε προσωπικά στο έργο «Ανεξάρτητα Κράτη»; Ήταν το πολιτικό του υπόβαθρο, η ανθρώπινη ιστορία ή η συνεργασία με κάποιους συντελεστές;

Σ. Δ.: Δεν κάνω θέατρο για να παίξω με τους φίλους μου. Έτυχε (και είμαι πολύ χαρούμενος γι' αυτο) να συναντηθώ με πραγματικούς καλλιτέχνες/συνεργάτες που μέσω της εργατικότητας τους, του ιδεαλισμού τους και της ανθρωπιάς τους καταλήξαμε και γίναμε φίλοι μέσω του σεβασμού για την ίδια τη δουλειά. Έχει τεράστια διαφορά. Πιστεύουμε όλοι (και μιλάω εξ ονόματος όλων) πάρα πολύ συγγραφικά τον Τσιοτσιόπουλο αγαπάμε και εμπιστευόμαστε πάρα πολύ τον σκηνοθετικό πανανθρωπισμό του Γιώργου και προσπαθούμε να μιλήσουμε για κάτι που μας καίει.

Η γενιά μας μοιάζει να ισορροπεί ανάμεσα στον ρεαλισμό και την ανάγκη για όνειρα. Πώς μπορούμε να κρατήσουμε ζωντανή την ελπίδα χωρίς να εθελοτυφλούμε;

Σ. Δ.: Δεν πιστεύω στην ελπίδα. Προσωπικά δεν ελπίζω. Βρίσκω την έννοια της λέξης ελπίδα ακατανόητη. Το ελπίζω συνδέεται με την καλή έκβαση τον πράγματων και μόνο. Είναι λοιπόν κάπως αποκομμένη η λέξη ελπίδα από την αληθινή ζωής. Το όνειρο όμως για μένα αν και άυλο είναι πιο απτό. Αν ονειρεύομαι αυτό σημαίνει ότι ακόμη και ένα αρνητικό γεγονός με την κατάλληλη διαχείριση και υπό το κατάλληλο πρίσμα μπορεί να με φέρει πιο κοντά στο στόχο μου. Το όνειρο (το κυνήγι και η εκπλήρωση του) εμπεριέχει και τη ματαίωση και γι’αυτο ως έννοια μου φαίνεται πιο σφαιρική και έτσι πιο ρεαλιστικά πραγματώσιμη. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι είμαι θαυμαστής του ονειρικού ρεαλισμού.